헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

Κορυβαντιάω

α 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: Κορυβαντιάω Κορυβαντιάσω

형태분석: Κορυβαντιά (어간) + ω (인칭어미)

어원: from Koru/bas

  1. to be filled with Corybantic frenzy, suddenly starting up.

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 Κορυβαντίω

Κορυβαντίᾳς

Κορυβαντίᾳ

쌍수 Κορυβαντίᾱτον

Κορυβαντίᾱτον

복수 Κορυβαντίωμεν

Κορυβαντίᾱτε

Κορυβαντίωσιν*

접속법단수 Κορυβαντίω

Κορυβαντίῃς

Κορυβαντίῃ

쌍수 Κορυβαντίητον

Κορυβαντίητον

복수 Κορυβαντίωμεν

Κορυβαντίητε

Κορυβαντίωσιν*

기원법단수 Κορυβαντίῳμι

Κορυβαντίῳς

Κορυβαντίῳ

쌍수 Κορυβαντίῳτον

Κορυβαντιῷτην

복수 Κορυβαντίῳμεν

Κορυβαντίῳτε

Κορυβαντίῳεν

명령법단수 Κορυβαντῖᾱ

Κορυβαντιᾶτω

쌍수 Κορυβαντίᾱτον

Κορυβαντιᾶτων

복수 Κορυβαντίᾱτε

Κορυβαντιῶντων, Κορυβαντιᾶτωσαν

부정사 Κορυβαντίᾱν

분사 남성여성중성
Κορυβαντιων

Κορυβαντιωντος

Κορυβαντιωσα

Κορυβαντιωσης

Κορυβαντιων

Κορυβαντιωντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 Κορυβαντίωμαι

Κορυβαντίᾳ

Κορυβαντίᾱται

쌍수 Κορυβαντίᾱσθον

Κορυβαντίᾱσθον

복수 Κορυβαντιῶμεθα

Κορυβαντίᾱσθε

Κορυβαντίωνται

접속법단수 Κορυβαντίωμαι

Κορυβαντίῃ

Κορυβαντίηται

쌍수 Κορυβαντίησθον

Κορυβαντίησθον

복수 Κορυβαντιώμεθα

Κορυβαντίησθε

Κορυβαντίωνται

기원법단수 Κορυβαντιῷμην

Κορυβαντίῳο

Κορυβαντίῳτο

쌍수 Κορυβαντίῳσθον

Κορυβαντιῷσθην

복수 Κορυβαντιῷμεθα

Κορυβαντίῳσθε

Κορυβαντίῳντο

명령법단수 Κορυβαντίω

Κορυβαντιᾶσθω

쌍수 Κορυβαντίᾱσθον

Κορυβαντιᾶσθων

복수 Κορυβαντίᾱσθε

Κορυβαντιᾶσθων, Κορυβαντιᾶσθωσαν

부정사 Κορυβαντίᾱσθαι

분사 남성여성중성
Κορυβαντιωμενος

Κορυβαντιωμενου

Κορυβαντιωμενη

Κορυβαντιωμενης

Κορυβαντιωμενον

Κορυβαντιωμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 Κορυβαντιάσω

Κορυβαντιάσεις

Κορυβαντιάσει

쌍수 Κορυβαντιάσετον

Κορυβαντιάσετον

복수 Κορυβαντιάσομεν

Κορυβαντιάσετε

Κορυβαντιάσουσιν*

기원법단수 Κορυβαντιάσοιμι

Κορυβαντιάσοις

Κορυβαντιάσοι

쌍수 Κορυβαντιάσοιτον

Κορυβαντιασοίτην

복수 Κορυβαντιάσοιμεν

Κορυβαντιάσοιτε

Κορυβαντιάσοιεν

부정사 Κορυβαντιάσειν

분사 남성여성중성
Κορυβαντιασων

Κορυβαντιασοντος

Κορυβαντιασουσα

Κορυβαντιασουσης

Κορυβαντιασον

Κορυβαντιασοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 Κορυβαντιάσομαι

Κορυβαντιάσει, Κορυβαντιάσῃ

Κορυβαντιάσεται

쌍수 Κορυβαντιάσεσθον

Κορυβαντιάσεσθον

복수 Κορυβαντιασόμεθα

Κορυβαντιάσεσθε

Κορυβαντιάσονται

기원법단수 Κορυβαντιασοίμην

Κορυβαντιάσοιο

Κορυβαντιάσοιτο

쌍수 Κορυβαντιάσοισθον

Κορυβαντιασοίσθην

복수 Κορυβαντιασοίμεθα

Κορυβαντιάσοισθε

Κορυβαντιάσοιντο

부정사 Κορυβαντιάσεσθαι

분사 남성여성중성
Κορυβαντιασομενος

Κορυβαντιασομενου

Κορυβαντιασομενη

Κορυβαντιασομενης

Κορυβαντιασομενον

Κορυβαντιασομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION