헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ζιζάνιον

2군 변화 명사; 중성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ζιζάνιον ζιζανίου

형태분석: ζιζανι (어간) + ον (어미)

  1. type of weed — probably darnel, ryegrass — Lolium temulentum

곡용 정보

2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἐν δὲ τῷ καθεύδειν τοὺσ ἀνθρώπουσ ἦλθεν αὐτοῦ ὁ ἐχθρὸσ καὶ ἐπέσπειρεν ζιζάνια ἀνὰ μέσον τοῦ σίτου καὶ ἀπῆλθεν. (, chapter 11 118:1)

    (, chapter 11 118:1)

  • ὅτε δὲ ἐβλάστησεν ὁ χόρτοσ καὶ καρπὸν ἐποίησεν, τότε ἐφάνη καὶ τὰ ζιζάνια. (, chapter 11 119:1)

    (, chapter 11 119:1)

  • πόθεν οὖν ἔχει ζιζάνια; (, chapter 11 120:2)

    (, chapter 11 120:2)

  • ὁ δέ φησιν Οὔ, μή ποτε συλλέγοντεσ τὰ ζιζάνια ἐκριζώσητε ἅμα αὐτοῖσ τὸν σῖτον· (, chapter 11 122:1)

    (, chapter 11 122:1)

  • καὶ ἐν καιρῷ τοῦ θερισμοῦ ἐρῶ τοῖσ θερισταῖσ Συλλέξατε πρῶτον τὰ ζιζάνια καὶ δήσατε αὐτὰ [εἰσ] δέσμασ πρὸσ τὸ κατακαῦσαι αὐτά, τὸν δὲ σῖτον συνάγετε εἰσ τὴν ἀποθήκην μου. (, chapter 11 123:2)

    (, chapter 11 123:2)

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION