헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ψυχοπομπός

2군 변화 명사; 남성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ψυχοπομπός ψυχοπομποῦ

형태분석: ψυχοπομπ (어간) + ος (어미)

  1. guide or conductor of souls (Charon)

곡용 정보

2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "ἔστι δέ τισ ἐκεῖ κομιστὴρ ἐνθένδε καὶ ἀρωγὸσ ἐν τέλει γενομένων κατευναστὴσ καὶ ψυχοπομπόσ, ὥσπερ ὁ Ὕπνοσ, οὐ γάρ με Νὺξ ἔτικτε δεσπότην λύρασ, οὐ μάντιν οὐδ’ ἰατρόν, ἀλλὰ θνητὸν ἅμα ψυχαῖσ. (Plutarch, Amatorius, section 15 1:7)

    (플루타르코스, Amatorius, section 15 1:7)

  • ὁ τοῦ Θεσπεσίου ψυχοπομπὸσ ἄχρι τούτου τὸν Ὀρφέα προελθεῖν, ὅτε τὴν ψυχὴν τῆσ γυναικὸσ μετῄει, καὶ μὴ καλῶσ διαμνημονεύσαντα λόγον εἰσ ἀνθρώπουσ κίβδηλον ἐξενεγκεῖν, ὡσ κοινὸν εἰή μαντεῖον ἐν Δελφοῖσ Ἀπόλλωνοσ καὶ Νυκτόσ· (Plutarch, De sera numinis vindicta, section 22 44:1)

    (플루타르코스, De sera numinis vindicta, section 22 44:1)

  • τὸν μὲν γὰρ ψυχοπομπὸν Ἑρμῆν κατὰ τὸ παλαιὸν νόμιμον παρ’ Αἰγυπτίοισ ἀναγαγόντα τὸ τοῦ Ἄπιδοσ σῶμα μέχρι τινὸσ παραδιδόναι τῷ περικειμένῳ τὴν τοῦ Κερβέρου προτομήν. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 1, chapter 96 6:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, book 1, chapter 96 6:1)

  • χώρουσ τε ὁ διαιρῶν ἑκάστοισ οὗτόσ ἐστι πρὸσ ἀξίαν τῆσ ἐν τῇ γῇ διαίτησ καὶ δίκησ τῆσ τῶν ὕστερον γιγνομένων, ἡμέρασ μὲν τὰ ὑπὲρ γῆσ ἐπιὼν, νυκτὸσ δὲ τὰσ ἀθεάτουσ ζῶσι κρίσεισ ποιούμενοσ, σωτὴρ αὐτὸσ καὶ ψυχοπομπὸσ, ἄγων εἰσ φῶσ καὶ πάλιν δεχόμενοσ, πανταχῆ πάντασ περιέχων. (Aristides, Aelius, Orationes, 8:2)

    (아리스티데스, 아일리오스, 연설, 8:2)

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION