헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

τεχνολογέω

ε 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: τεχνολογέω τεχνολογήσω

형태분석: τεχνολογέ (어간) + ω (인칭어미)

어원: from texnolo/gos

  1. to bring under rules of art, to systematize

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 τεχνολόγω

τεχνολόγεις

τεχνολόγει

쌍수 τεχνολόγειτον

τεχνολόγειτον

복수 τεχνολόγουμεν

τεχνολόγειτε

τεχνολόγουσιν*

접속법단수 τεχνολόγω

τεχνολόγῃς

τεχνολόγῃ

쌍수 τεχνολόγητον

τεχνολόγητον

복수 τεχνολόγωμεν

τεχνολόγητε

τεχνολόγωσιν*

기원법단수 τεχνολόγοιμι

τεχνολόγοις

τεχνολόγοι

쌍수 τεχνολόγοιτον

τεχνολογοίτην

복수 τεχνολόγοιμεν

τεχνολόγοιτε

τεχνολόγοιεν

명령법단수 τεχνολο͂γει

τεχνολογεῖτω

쌍수 τεχνολόγειτον

τεχνολογεῖτων

복수 τεχνολόγειτε

τεχνολογοῦντων, τεχνολογεῖτωσαν

부정사 τεχνολόγειν

분사 남성여성중성
τεχνολογων

τεχνολογουντος

τεχνολογουσα

τεχνολογουσης

τεχνολογουν

τεχνολογουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 τεχνολόγουμαι

τεχνολόγει, τεχνολόγῃ

τεχνολόγειται

쌍수 τεχνολόγεισθον

τεχνολόγεισθον

복수 τεχνολογοῦμεθα

τεχνολόγεισθε

τεχνολόγουνται

접속법단수 τεχνολόγωμαι

τεχνολόγῃ

τεχνολόγηται

쌍수 τεχνολόγησθον

τεχνολόγησθον

복수 τεχνολογώμεθα

τεχνολόγησθε

τεχνολόγωνται

기원법단수 τεχνολογοίμην

τεχνολόγοιο

τεχνολόγοιτο

쌍수 τεχνολόγοισθον

τεχνολογοίσθην

복수 τεχνολογοίμεθα

τεχνολόγοισθε

τεχνολόγοιντο

명령법단수 τεχνολόγου

τεχνολογεῖσθω

쌍수 τεχνολόγεισθον

τεχνολογεῖσθων

복수 τεχνολόγεισθε

τεχνολογεῖσθων, τεχνολογεῖσθωσαν

부정사 τεχνολόγεισθαι

분사 남성여성중성
τεχνολογουμενος

τεχνολογουμενου

τεχνολογουμενη

τεχνολογουμενης

τεχνολογουμενον

τεχνολογουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 τεχνολογήσω

τεχνολογήσεις

τεχνολογήσει

쌍수 τεχνολογήσετον

τεχνολογήσετον

복수 τεχνολογήσομεν

τεχνολογήσετε

τεχνολογήσουσιν*

기원법단수 τεχνολογήσοιμι

τεχνολογήσοις

τεχνολογήσοι

쌍수 τεχνολογήσοιτον

τεχνολογησοίτην

복수 τεχνολογήσοιμεν

τεχνολογήσοιτε

τεχνολογήσοιεν

부정사 τεχνολογήσειν

분사 남성여성중성
τεχνολογησων

τεχνολογησοντος

τεχνολογησουσα

τεχνολογησουσης

τεχνολογησον

τεχνολογησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 τεχνολογήσομαι

τεχνολογήσει, τεχνολογήσῃ

τεχνολογήσεται

쌍수 τεχνολογήσεσθον

τεχνολογήσεσθον

복수 τεχνολογησόμεθα

τεχνολογήσεσθε

τεχνολογήσονται

기원법단수 τεχνολογησοίμην

τεχνολογήσοιο

τεχνολογήσοιτο

쌍수 τεχνολογήσοισθον

τεχνολογησοίσθην

복수 τεχνολογησοίμεθα

τεχνολογήσοισθε

τεχνολογήσοιντο

부정사 τεχνολογήσεσθαι

분사 남성여성중성
τεχνολογησομενος

τεχνολογησομενου

τεχνολογησομενη

τεχνολογησομενης

τεχνολογησομενον

τεχνολογησομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔτι περὶ τῆσ προσοχῆσ ὧδέ πωσ τεχνολογοῦσιν, ὅτι δεῖ τὸν προσεκτικοὺσ μέλλοντα ποιεῖν τοὺσ ἀκροατὰσ καὶ λέγειν θαυμαστὰ καὶ παράδοξα καὶ δεῖσθαι τῶν δικαστῶν ἀκοῦσαι. (Dionysius of Halicarnassus, chapter 24 1:6)

    (디오니시오스, chapter 24 1:6)

  • εἰ δὲ ταῦθ’ οὕτωσ ἔχει, φανερὸν ὅτι τὰ ἔξω τοῦ πράγματοσ τεχνολογοῦσιν ὅσοι τἆλλα διορίζουσιν, οἱο͂ν τί δεῖ τὸ προοίμιον ἢ τὴν διήγησιν ἔχειν, καὶ τῶν ἄλλων ἕκαστον μορίων· (Aristotle, Rhetoric, Book 1, chapter 1 9:1)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 1, chapter 1 9:1)

  • διὰ γὰρ τοῦτο τῆσ αὐτῆσ οὔσησ μεθόδου περὶ τὰ δημηγορικὰ καὶ δικανικά, καὶ καλλίονοσ καὶ πολιτικωτέρασ τῆσ δημηγορικῆσ πραγματείασ οὔσησ ἢ τῆσ περὶ τὰ συναλλάγματα, περὶ μὲν ἐκείνησ οὐδὲν λέγουσι, περὶ δὲ τοῦ δικάζεσθαι πάντεσ πειρῶνται τεχνολογεῖν, ὅτι ἧττόν ἐστι πρὸ ἔργου τὰ ἔξω τοῦ πράγματοσ λέγειν ἐν τοῖσ δημηγορικοῖσ καὶ ἧττόν ἐστι κακοῦργον ἡ δημηγορία δικολογίασ, ὅτι κοινότερον. (Aristotle, Rhetoric, Book 1, chapter 1 10:1)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 1, chapter 1 10:1)

  • οὐ γάρ, ὥσπερ ἔνιοι τῶν τεχνολογούντων, <οὐ> τίθεμεν ἐν τῇ τέχνῃ καὶ τὴν ἐπιείκειαν τοῦ λέγοντοσ, ὡσ οὐδὲν συμβαλλομένην πρὸσ τὸ πιθανόν, ἀλλὰ σχεδὸν ὡσ εἰπεῖν κυριωτάτην ἔχει πίστιν τὸ ἦθοσ. (Aristotle, Rhetoric, Book 1, chapter 2 4:4)

    (아리스토텔레스, 수사학, Book 1, chapter 2 4:4)

  • τεχνολόγει νῦν καθίσασ τὰ Ἐπικούρου καὶ τάχα ἐκείνου χρηστικώτερον τεχνολογήσεισ. (Epictetus, Works, book 2, 19:1)

    (에픽테토스, Works, book 2, 19:1)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION