헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

θεατροκρατία

명사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: θεατροκρατία

  1. rule exercised by the spectators in a theater

예문

  • ὅθεν δὴ τὰ θέατρα ἐξ ἀφώνων φωνήεντ’ ἐγένοντο, ὡσ ἐπαί̈οντα ἐν μούσαισ τό τε καλὸν καὶ μή, καὶ ἀντὶ ἀριστοκρατίασ ἐν αὐτῇ θεατροκρατία τισ πονηρὰ γέγονεν. (Plato, Laws, book 3 148:2)

    (플라톤, Laws, book 3 148:2)

유사 형태

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION