헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πώρωσις

3군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πώρωσις πώρωσεως

형태분석: πωρωσι (어간) + ς (어미)

어원: from pwro/w

  1. 견고, 단단함, 딱딱함
  1. petrifaction, hardness

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 πώρωσις

견고가

πωρώσει

견고들이

πωρώσεις

견고들이

속격 πωρώσεως

견고의

πωρώσοιν

견고들의

πωρώσεων

견고들의

여격 πωρώσει

견고에게

πωρώσοιν

견고들에게

πωρώσεσιν*

견고들에게

대격 πώρωσιν

견고를

πωρώσει

견고들을

πωρώσεις

견고들을

호격 πώρωσι

견고야

πωρώσει

견고들아

πωρώσεις

견고들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Ἀλλὰ γὰρ οἱ ἄνθρωποι αἰσχροὶ μὲν εἶναι πολλοῦ ἀποτιμῶνται, μελετᾷν δὲ ἅμα μὲν οὐκ ἐπίστανται, ἅμα δὲ οὐ τολμέουσιν, ἢν μὴ ὀδυνέωνται, ἢ θάνατον δεδοίκωσιν‧ καίτοι ὀλιγοχρόνιοσ ἡ πώρωσισ τῆσ Ῥινόσ‧ ἐν γὰρ δέκα ἡμέρῃσι κρατύνεται, ἢν μὴ ἐπισφακελίσῃ. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 37.10)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 37.10)

  • Οἱο͂ν πλευραὶ κατεαγεῖσαι μὲν, ὀλίγαι πυρετώδεεσ, καὶ αἵματοσ πτύσιοσ, καὶ σφακελισμοῦ, ἤν τε μία, ἤν τε πλείουσ, μὴ κατασχισθεῖσαι δέ‧ καὶ ἰήσισ φαύλη, μὴ κενεαγγοῦντα, ἢν ἀπύρετοσ ἐῄ‧ ἐπίδεσισ, ὡσ νόμοσ‧ ἡ δὲ πώρωσισ, ἐν εἴκοσιν ἡμέρῃσι, χαῦνον γάρ. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., MOXLIKOS., 36.2)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., MOXLIKOS., 36.2)

  • καὶ περιβλεψάμενοσ αὐτοὺσ μετ’ ὀργῆσ, συνλυπούμενοσ ἐπὶ τῇ πωρώσει τῆσ καρδίασ αὐτῶν, λέγει τῷ ἀνθρώπῳ Ἔκτεινον τὴν χεῖρά σου· (, chapter 1 90:1)

    (, chapter 1 90:1)

  • Οὐ γὰρ θέλω ὑμᾶσ ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, τὸ μυστήριον τοῦτο, ἵνα μὴ ἦτε ἐν ἑαυτοῖσ φρόνιμοι, ὅτι πώρωσισ ἀπὸ μέρουσ τῷ Ἰσραὴλ γέγονεν ἄχρι οὗ τὸ πλήρωμα τῶν ἐθνῶν εἰσέλθῃ, καὶ οὕτωσ πᾶσ Ἰσραὴλ σωθήσεται· (PROS RWMAIOUS, chapter 11 27:1)

    (PROS RWMAIOUS, chapter 11 27:1)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION