헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

μέσπιλον

2군 변화 명사; 중성 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: μέσπιλον μεσπίλου

형태분석: μεσπιλ (어간) + ον (어미)

  1. The medlar

곡용 정보

2군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • "ἔχει δὲ τὴν γεῦσιν καὶ τὸν χυλὸν μεσπίλου · (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 34 1:10)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 2, book 2, chapter 34 1:10)

  • ῥόδα, μέσπιλα, χόρια, σχαδόνεσ, ἐρέβινθοι, Β, δίκαι, δ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 46 1:9)

    (아테나이오스, The Deipnosophists, Book 14, book 14, chapter 46 1:9)

  • ἢν δὲ ξυνεπείγῃ πάντα, ἱδρὼσ καὶ ἔντασισ, οὐ τοῦ στομάχου μοῦνον, ἀλλὰ καὶ νεύρων, λὺγξ κενεὴ, καὶ πόδεσ ξυντιταίνωνται, καὶ κοιλίη ὑποφέρῃ πολλὰ, καὶ ἀχλυώδησ ὥνθρωποσ, σφυγμοὶ δὲ πρὸσ ἀκινησίην ἐώσι, τότε χρὴ φθάνειν τήνδε τὴν κατάστασιν · εἰ δὲ καὶ παρῇ, ψυχροῦ καὶ οἴνου πολλόν τι διδόναι, μὴ ἀκρητεστέρου δὲ, διὰ τὴν μέθην καὶ τὰ νεῦρα, ξὺν σιτίῳ ψωμοῖσι διαβρόχοισι· διδόναι δὲ καὶ τῆσ ἄλλησ τροφῆσ, ὁκοῖα ἐν συγκοπῇ μοι λέλεκται, ὀπώρην στύφουσαν, οὐᾶ, μέσπιλα , μῆλα κυδώνια, σταφυλήν. (Aretaeus, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU OCEWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 200)

    (아레타이오스, The Extant Works of Aretaeus, The Cappadocian., ARETAIOU KAPPADOKOU OCEWN NOUSWN QERAPEUTIKON, 200)

  • μέσπιλα ἃ καὶ ὀά καλεῖται· (Unknown, Elegy and Iambus, Volume II, , unknown173)

    (작자 미상, 비가, , unknown173)

  • Ὁκόσοι κοιλίασ τὰσ κάτω θερμὰσ ἔχουσι, καὶ δριμέα τὰ ὑποχωρήματα καὶ ἀνώμαλα διέρχεται ὑπὸ ξυντήξιοσ αὐτέοισιν, ἢν μὲν δυνατοὶ ἐώσιν, ἐλλεβόρῳ ἀντισπάσαι‧ ἢν δὲ μὴ, ὁ χυλὸσ τῶν σητανίων πυρῶν παχὺσ, ψυχρὸσ, καὶ τὸ φάκινον ἔτνοσ, καὶ ἄρτοι ἐγκρυφίαι, καὶ ἰχθύεσ πυρέσσοντι μὲν ἑφθοὶ, ἀπυρέτῳ δὲ ἐόντι ὀπτοὶ, καὶ οἶνοσ μέλασ ἀπυρέτῳ‧ ἢν δὲ μὴ, ὕδωρ ἀπὸ μεσπίλων ἢ μύρτων ἢ μήλων ἢ οὐών, ἢ φοινικοβαλάνων, ἢ οἰνάνθησ ἀμπελικῆσ. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 21.1)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 21.1)

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION