헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀδμής

3군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀδμής ἀδμές

형태분석: ἀδμη (어간) + ς (어미)

어원: poetic for a)da/matos,

  1. 길들지 않은, 거친
  1. untamed
  2. unwedded

곡용 정보

3군 변화
남/여성 중성
단수주격 ἀδμής

길들지 않은 (이)가

ά̓δμες

길들지 않은 (것)가

속격 ἀδμούς

길들지 않은 (이)의

ά̓δμους

길들지 않은 (것)의

여격 ἀδμεί

길들지 않은 (이)에게

ά̓δμει

길들지 않은 (것)에게

대격 ἀδμή

길들지 않은 (이)를

ά̓δμες

길들지 않은 (것)를

호격 ἀδμές

길들지 않은 (이)야

ά̓δμες

길들지 않은 (것)야

쌍수주/대/호 ἀδμεί

길들지 않은 (이)들이

ά̓δμει

길들지 않은 (것)들이

속/여 ἀδμοίν

길들지 않은 (이)들의

ά̓δμοιν

길들지 않은 (것)들의

복수주격 ἀδμείς

길들지 않은 (이)들이

ά̓δμη

길들지 않은 (것)들이

속격 ἀδμών

길들지 않은 (이)들의

ά̓δμων

길들지 않은 (것)들의

여격 ἀδμέσιν*

길들지 않은 (이)들에게

ά̓δμεσιν*

길들지 않은 (것)들에게

대격 ἀδμείς

길들지 않은 (이)들을

ά̓δμη

길들지 않은 (것)들을

호격 ἀδμείς

길들지 않은 (이)들아

ά̓δμη

길들지 않은 (것)들아

원급 비교급 최상급
형용사 ἀδμής

ἀδμούς

길들지 않은 (이)의

ἀδμέστερος

ἀδμεστέρου

더 길들지 않은 (이)의

ἀδμέστατος

ἀδμεστάτου

가장 길들지 않은 (이)의

부사 ἀδμέως

ἀδμέστερον

ἀδμέστατα

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • τὴν δ’ αὐτίκ’ ἀμείβετο παρθένοσ ἀδμήσ, Καλλιδίκη, Κελεοῖο θυγατρῶν εἶδοσ ἀρίστη· (Anonymous, Homeric Hymns, 16:2)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 16:2)

  • ὣσ ἥ γ’ ἀμφιπόλοισι μετέπρεπε παρθένοσ ἀδμήσ. (Homer, Odyssey, Book 6 10:11)

    (호메로스, 오디세이아, Book 6 10:11)

  • αὐτὰρ ἐπεὶ δὴ πάντα λοέσσατο καὶ λίπ’ ἄλειψεν, ἀμφὶ δὲ εἵματα ἕσσαθ’ ἅ οἱ πόρε παρθένοσ ἀδμήσ, τὸν μὲν Ἀθηναίη θῆκεν Διὸσ ἐκγεγαυῖα μείζονά τ’ εἰσιδέειν καὶ πάσσονα, κὰδ δὲ κάρητοσ οὔλασ ἧκε κόμασ, ὑακινθίνῳ ἄνθει ὁμοίασ. (Homer, Odyssey, Book 6 21:3)

    (호메로스, 오디세이아, Book 6 21:3)

  • καὶ δὴ καὶ λέγεται ὑπὸ τῶν ὕστερον ἐπὶ χρόνον συχνὸν ἡ οἴκησισ τῶν Αἰνιάνων ἐν τῷ Δωτίῳ γενέσθαι πεδίῳ, τοῦτο δ’ ἐστὶ πλησίον τῆσ ἄρτι λεχθείσησ Περραιβίασ καὶ τῆσ Ὄσσησ καὶ ἔτι τῆσ Βοιβηίδοσ λίμνησ, ἐν μέσῃ μέν πωσ τῇ Θετταλίᾳ λόφοισ δὲ ἰδίοισ περικλειόμενον, περὶ οὗ Ἡσίοδοσ οὕτωσ εἴρηκεν "ἢ οἱή Διδύμουσ ἱεροὺσ ναίουσα κολωνοὺσ Δωτίῳ ἐν πεδίῳ, πολυβότρυοσ ἄντ’ Ἀμύροιο, νίψατο Βοιβιάδοσ λίμνησ πόδα "παρθένοσ ἀδμήσ. (Strabo, Geography, Book 9, chapter 5 31:3)

    (스트라본, 지리학, Book 9, chapter 5 31:3)

  • δοκοῦσι δ’ εἶναι Μάγνητεσ Δελφῶν ἀπόγονοι τῶν ἐποικησάντων τὰ Δίδυμα ὄρη ἐν Θετταλίᾳ, περὶ ὧν φησιν Ἡσίοδοσ ἢ οἱή Διδύμουσ ἱεροὺσ ναίουσα κολωνούσ, Δωτίῳ ἐν πεδίῳ πολυβότρυοσ ἄντ’ Ἀμύροιο, νίψατο Βοιβιάδοσ λίμνησ πόδα παρθένοσ ἀδμήσ. (Strabo, Geography, Book 14, chapter 1 73:1)

    (스트라본, 지리학, Book 14, chapter 1 73:1)

유의어

  1. 길들지 않은

  2. unwedded

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION