Ancient Greek-English Dictionary Language

χρυσοκόλλητος

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: χρυσοκόλλητος χρυσοκόλλητον

Structure: χρυσοκολλητ (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. soldered or inlaid with gold

Examples

  • ἐν δὲ Ταλαύροισ, ἥν τινα πόλιν ὁ Μιθριδάτησ εἶχε ταμιεῖον τῆσ κατασκευῆσ, δισχίλια μὲν ἐκπώματα λίθου τῆσ ὀνυχίτιδοσ λεγομένησ ηὑρέθη χρυσοκόλλητα, καὶ φιάλαι καὶ ψυκτῆρεσ πολλοὶ καὶ ῥυτὰ καὶ κλῖναι καὶ θρόνοι κατάκοσμοι, καὶ ἵππων χαλινοὶ καὶ προστερνίδια καὶ ἐπωμίδια, πάντα ὁμοίωσ διάλιθα καὶ κατάχρυσα, ὧν ἡ παράδοσισ διὰ τὸ πλῆθοσ ἐσ τριάκοντα ἡμέρασ παρέτεινεν. (Appian, The Foreign Wars, chapter 17 2:5)

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION