고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: συγκακουχέομαι
Structure: συγκακουχέ (Stem) + ομαι (Ending)
Middle/Passive | ||||
---|---|---|---|---|
1st person | 2nd person | 3rd person | ||
Indicative | Singular | συγκακούχουμαι | συγκακούχει, συγκακούχῃ | συγκακούχειται |
Dual | συγκακούχεισθον | συγκακούχεισθον | ||
Plural | συγκακουχοῦμεθα | συγκακούχεισθε | συγκακούχουνται | |
Subjunctive | Singular | συγκακούχωμαι | συγκακούχῃ | συγκακούχηται |
Dual | συγκακούχησθον | συγκακούχησθον | ||
Plural | συγκακουχώμεθα | συγκακούχησθε | συγκακούχωνται | |
Optative | Singular | συγκακουχοίμην | συγκακούχοιο | συγκακούχοιτο |
Dual | συγκακούχοισθον | συγκακουχοίσθην | ||
Plural | συγκακουχοίμεθα | συγκακούχοισθε | συγκακούχοιντο | |
Imperative | Singular | συγκακούχου | συγκακουχεῖσθω | |
Dual | συγκακούχεισθον | συγκακουχεῖσθων | ||
Plural | συγκακούχεισθε | συγκακουχεῖσθων, συγκακουχεῖσθωσαν | ||
Infinitive | συγκακούχεισθαι | |||
Participle | Masculine | Feminine | Neuter | |
συγκακουχουμενος συγκακουχουμενου | συγκακουχουμενη συγκακουχουμενης | συγκακουχουμενον συγκακουχουμενου |
Middle/Passive | ||||
---|---|---|---|---|
1st person | 2nd person | 3rd person | ||
Indicative | Singular | ἐσυγκακουχοῦμην | ἐσυγκακούχου | ἐσυγκακούχειτο |
Dual | ἐσυγκακούχεισθον | ἐσυγκακουχεῖσθην | ||
Plural | ἐσυγκακουχοῦμεθα | ἐσυγκακούχεισθε | ἐσυγκακούχουντο |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []
이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기