고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: στιπτός στιπτή στιπτόν
Structure: στιπτ (Stem) + ος (Ending)
Masculine | Feminine | Neuter | ||
---|---|---|---|---|
Singular | Nominative | στιπτός | στιπτή | στιπτόν |
Genitive | στιπτοῦ | στιπτῆς | στιπτοῦ | |
Dative | στιπτῷ | στιπτῇ | στιπτῷ | |
Accusative | στιπτόν | στιπτήν | στιπτόν | |
Vocative | στιπτέ | στιπτή | στιπτόν | |
Dual | N/A/V | στιπτώ | στιπτᾱ́ | στιπτώ |
G/D | στιπτοῖν | στιπταῖν | στιπτοῖν | |
Plural | Nominative | στιπτοί | στιπταί | στιπτά |
Genitive | στιπτῶν | στιπτῶν | στιπτῶν | |
Dative | στιπτοῖς | στιπταῖς | στιπτοῖς | |
Accusative | στιπτούς | στιπτᾱ́ς | στιπτά | |
Vocative | στιπτοί | στιπταί | στιπτά |
Positive | Comparative | Superlative | |
---|---|---|---|
Adjective | στιπτός στιπτοῦ | στιπτότερος στιπτοτεροῦ | στιπτότατος στιπτοτατοῦ |
Adverb | στιπτώς | στιπτότερον | στιπτότατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []
이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기