σκυτοδέψης
1군 변화 명사; 남성
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
σκυτοδέψης
σκυτοδέψου
형태분석:
σκυτοδεψ
(어간)
+
ης
(어미)
어원: de/fw, fut. de/yw
뜻
- a leather-dresser, currier
곡용 정보
1군 변화
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- κἂν ἰδιώτησ ᾖσ, ἤτοι σκυτοδέψησ ἢ ταριχοπώλησ ἢ τέκτων ἢ τραπεζίτησ, οὐδέν σε κωλύσει θαυμαστὸν εἴναι, ἢν μόνον ἡ ἀναίδεια καὶ τὸ θράσοσ παρῇ καὶ λοιδορεῖσθαι καλῶσ ἐκμάθῃσ. (Lucian, Vitarum auctio, (no name) 11:4)
(루키아노스, Vitarum auctio, (no name) 11:4)
- οὐκοῦν καὶ μάγειροσ μόνοσ, καὶ νὴ Δία γε σκυτοδέψησ ἢ τέκτων καὶ τὰ τοιαῦτα ἐοίκεν. (Lucian, Vitarum auctio, (no name) 19:8)
(루키아노스, Vitarum auctio, (no name) 19:8)
- ἦν δὲ ἡ διανομὴ κατὰ τὰσ τέχνασ, αὐλητῶν, χρυσοχόων, τεκτόνων, βαφέων, σκυτοτόμων, σκυτοδεψῶν, χαλκέων, κεραμέων, τὰσ δὲ λοιπὰσ τέχνασ εἰσ ταὐτὸ συναγαγὼν ἓν αὐτῶν ἐκ πασῶν ἀπέδειξε σύστημα. (Plutarch, Numa, chapter 17 2:1)
(플루타르코스, Numa, chapter 17 2:1)
- καὶ ἐὰν ἀποκρίνηται αὐτῷ ἐκδοῦναι τῷ σκυτοδέψῃ ἐπιρράψαι, μὴ προσέχειν τούτοισ, ἀλλ’ ἀποτραπεὶσ ἐκθύσασθαι. (Theophrastus, Characters, 6:2)
(테오프라스토스, Characters, 6:2)