헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σκυλοδεψέω

ε 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σκυλοδεψέω σκυλοδεψήσω

형태분석: σκυλοδεψέ (어간) + ω (인칭어미)

어원: from skulode/yhs

  1. to tan hides

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 σκυλοδέψω

σκυλοδέψεις

σκυλοδέψει

쌍수 σκυλοδέψειτον

σκυλοδέψειτον

복수 σκυλοδέψουμεν

σκυλοδέψειτε

σκυλοδέψουσιν*

접속법단수 σκυλοδέψω

σκυλοδέψῃς

σκυλοδέψῃ

쌍수 σκυλοδέψητον

σκυλοδέψητον

복수 σκυλοδέψωμεν

σκυλοδέψητε

σκυλοδέψωσιν*

기원법단수 σκυλοδέψοιμι

σκυλοδέψοις

σκυλοδέψοι

쌍수 σκυλοδέψοιτον

σκυλοδεψοίτην

복수 σκυλοδέψοιμεν

σκυλοδέψοιτε

σκυλοδέψοιεν

명령법단수 σκυλοδε͂ψει

σκυλοδεψεῖτω

쌍수 σκυλοδέψειτον

σκυλοδεψεῖτων

복수 σκυλοδέψειτε

σκυλοδεψοῦντων, σκυλοδεψεῖτωσαν

부정사 σκυλοδέψειν

분사 남성여성중성
σκυλοδεψων

σκυλοδεψουντος

σκυλοδεψουσα

σκυλοδεψουσης

σκυλοδεψουν

σκυλοδεψουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 σκυλοδέψουμαι

σκυλοδέψει, σκυλοδέψῃ

σκυλοδέψειται

쌍수 σκυλοδέψεισθον

σκυλοδέψεισθον

복수 σκυλοδεψοῦμεθα

σκυλοδέψεισθε

σκυλοδέψουνται

접속법단수 σκυλοδέψωμαι

σκυλοδέψῃ

σκυλοδέψηται

쌍수 σκυλοδέψησθον

σκυλοδέψησθον

복수 σκυλοδεψώμεθα

σκυλοδέψησθε

σκυλοδέψωνται

기원법단수 σκυλοδεψοίμην

σκυλοδέψοιο

σκυλοδέψοιτο

쌍수 σκυλοδέψοισθον

σκυλοδεψοίσθην

복수 σκυλοδεψοίμεθα

σκυλοδέψοισθε

σκυλοδέψοιντο

명령법단수 σκυλοδέψου

σκυλοδεψεῖσθω

쌍수 σκυλοδέψεισθον

σκυλοδεψεῖσθων

복수 σκυλοδέψεισθε

σκυλοδεψεῖσθων, σκυλοδεψεῖσθωσαν

부정사 σκυλοδέψεισθαι

분사 남성여성중성
σκυλοδεψουμενος

σκυλοδεψουμενου

σκυλοδεψουμενη

σκυλοδεψουμενης

σκυλοδεψουμενον

σκυλοδεψουμενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 σκυλοδεψήσω

σκυλοδεψήσεις

σκυλοδεψήσει

쌍수 σκυλοδεψήσετον

σκυλοδεψήσετον

복수 σκυλοδεψήσομεν

σκυλοδεψήσετε

σκυλοδεψήσουσιν*

기원법단수 σκυλοδεψήσοιμι

σκυλοδεψήσοις

σκυλοδεψήσοι

쌍수 σκυλοδεψήσοιτον

σκυλοδεψησοίτην

복수 σκυλοδεψήσοιμεν

σκυλοδεψήσοιτε

σκυλοδεψήσοιεν

부정사 σκυλοδεψήσειν

분사 남성여성중성
σκυλοδεψησων

σκυλοδεψησοντος

σκυλοδεψησουσα

σκυλοδεψησουσης

σκυλοδεψησον

σκυλοδεψησοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 σκυλοδεψήσομαι

σκυλοδεψήσει, σκυλοδεψήσῃ

σκυλοδεψήσεται

쌍수 σκυλοδεψήσεσθον

σκυλοδεψήσεσθον

복수 σκυλοδεψησόμεθα

σκυλοδεψήσεσθε

σκυλοδεψήσονται

기원법단수 σκυλοδεψησοίμην

σκυλοδεψήσοιο

σκυλοδεψήσοιτο

쌍수 σκυλοδεψήσοισθον

σκυλοδεψησοίσθην

복수 σκυλοδεψησοίμεθα

σκυλοδεψήσοισθε

σκυλοδεψήσοιντο

부정사 σκυλοδεψήσεσθαι

분사 남성여성중성
σκυλοδεψησομενος

σκυλοδεψησομενου

σκυλοδεψησομενη

σκυλοδεψησομενης

σκυλοδεψησομενον

σκυλοδεψησομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to tan hides

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION