헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

σαρκάζω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: σαρκάζω σαρκάσω

형태분석: σαρκάζ (어간) + ω (인칭어미)

어원: sa/rc

  1. to tear flesh like dogs

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 σαρκάζω

σαρκάζεις

σαρκάζει

쌍수 σαρκάζετον

σαρκάζετον

복수 σαρκάζομεν

σαρκάζετε

σαρκάζουσιν*

접속법단수 σαρκάζω

σαρκάζῃς

σαρκάζῃ

쌍수 σαρκάζητον

σαρκάζητον

복수 σαρκάζωμεν

σαρκάζητε

σαρκάζωσιν*

기원법단수 σαρκάζοιμι

σαρκάζοις

σαρκάζοι

쌍수 σαρκάζοιτον

σαρκαζοίτην

복수 σαρκάζοιμεν

σαρκάζοιτε

σαρκάζοιεν

명령법단수 σάρκαζε

σαρκαζέτω

쌍수 σαρκάζετον

σαρκαζέτων

복수 σαρκάζετε

σαρκαζόντων, σαρκαζέτωσαν

부정사 σαρκάζειν

분사 남성여성중성
σαρκαζων

σαρκαζοντος

σαρκαζουσα

σαρκαζουσης

σαρκαζον

σαρκαζοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 σαρκάζομαι

σαρκάζει, σαρκάζῃ

σαρκάζεται

쌍수 σαρκάζεσθον

σαρκάζεσθον

복수 σαρκαζόμεθα

σαρκάζεσθε

σαρκάζονται

접속법단수 σαρκάζωμαι

σαρκάζῃ

σαρκάζηται

쌍수 σαρκάζησθον

σαρκάζησθον

복수 σαρκαζώμεθα

σαρκάζησθε

σαρκάζωνται

기원법단수 σαρκαζοίμην

σαρκάζοιο

σαρκάζοιτο

쌍수 σαρκάζοισθον

σαρκαζοίσθην

복수 σαρκαζοίμεθα

σαρκάζοισθε

σαρκάζοιντο

명령법단수 σαρκάζου

σαρκαζέσθω

쌍수 σαρκάζεσθον

σαρκαζέσθων

복수 σαρκάζεσθε

σαρκαζέσθων, σαρκαζέσθωσαν

부정사 σαρκάζεσθαι

분사 남성여성중성
σαρκαζομενος

σαρκαζομενου

σαρκαζομενη

σαρκαζομενης

σαρκαζομενον

σαρκαζομενου

미래 시제

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • Τά τε αὖ μώνυχα τῶν ζώων, ἅτε ἀμφόδοντα ἐόντα, δύναται μὲν σαρκάζειν, δύναται δὲ ὑπὸ τὴν βραχείην ποίην ὑποβάλλειν τοὺσ ὀδόντασ, καὶ ἥδεται τῇ οὕτωσ ἐχούσῃ ποίῃ μᾶλλον, ἢ τῇ βαθείῃ‧ καὶ γὰρ τὸ ἐπίπαν ἀμείνων καὶ στερεωτέρη ἡ βραχείη ποίη τῆσ βαθείησ, ποτὶ καὶ πρὶν ἐκκαρπεῖν τὴν βαθείην. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 8.7)

    (히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 8.7)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION