헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ῥᾳδιούργημα

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ῥᾳδιούργημα ῥᾳδιούργηματος

형태분석: ῥᾳδιουργηματ (어간)

어원: from r(a|diourge/w

  1. 범죄, 악행, 잘못
  1. a reckless act, crime

곡용 정보

3군 변화

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • μηχανήματα δ’ αὐτοῖσ κατὰ τοῦ ἀκούοντοσ ἥ τε ἀπάτη καὶ τὸ ψεῦδοσ καὶ ἡ ἐπιορκία καὶ προσλιπάρησισ καὶ ἀναισχυντία καὶ ἄλλα μυρία ῥᾳδιουργήματα. (Lucian, Calumniae non temere credundum, (no name) 20:1)

    (루키아노스, Calumniae non temere credundum, (no name) 20:1)

  • καλλίστῳ μὲν ἔργῳ καὶ δικαιοτάτῳ προσάπτων ἀσεβήματοσ διαβολὴν τηλικούτου καὶ ῥᾳδιουργήματοσ, ἀφαιρούμενοσ δὲ τοῦ θεοῦ μαντείαν καλὴν καὶ ἀγαθὴν καὶ τῆσ λεγομένησ συμπροφητεύειν Θέμιδοσ ἀξίαν. (Plutarch, De Herodoti malignitate, section 23 2:1)

    (플루타르코스, De Herodoti malignitate, section 23 2:1)

  • λύσασ δὲ τὴν ἐπιστολὴν ὁ Πύρροσ εὐθὺσ τὸ ῥᾳδιούργημα τοῦ Λυσιμάχου συνεῖδεν· (Plutarch, chapter 6 4:1)

    (플루타르코스, chapter 6 4:1)

  • μέλλοντοσ δὲ τοῦ Παύλου ἀνοίγειν τὸ στόμα εἶπεν ὁ Γαλλίων πρὸσ τοὺσ Ιοὐδαίουσ Εἰ μὲν ἦν ἀδίκημά τι ἢ ῥᾳδιούργημα πονηρόν, ὦ Ιοὐδαῖοι, κατὰ λόγον ἂν ἀνεσχόμην ὑμῶν· (, chapter 18 15:1)

    (, chapter 18 15:1)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION