고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: προκαταχράομαι προκέχρησμαι
Structure: προ (Prefix) + καταχρά (Stem) + ομαι (Ending)
Middle/Passive | ||||
---|---|---|---|---|
1st person | 2nd person | 3rd person | ||
Indicative | Singular | προκατάχρωμαι | προκατάχρᾳ | προκατάχρᾱται |
Dual | προκατάχρᾱσθον | προκατάχρᾱσθον | ||
Plural | προκαταχρῶμεθα | προκατάχρᾱσθε | προκατάχρωνται | |
Subjunctive | Singular | προκατάχρωμαι | προκατάχρῃ | προκατάχρηται |
Dual | προκατάχρησθον | προκατάχρησθον | ||
Plural | προκαταχρώμεθα | προκατάχρησθε | προκατάχρωνται | |
Optative | Singular | προκαταχρῷμην | προκατάχρῳο | προκατάχρῳτο |
Dual | προκατάχρῳσθον | προκαταχρῷσθην | ||
Plural | προκαταχρῷμεθα | προκατάχρῳσθε | προκατάχρῳντο | |
Imperative | Singular | προκατάχρω | προκαταχρᾶσθω | |
Dual | προκατάχρᾱσθον | προκαταχρᾶσθων | ||
Plural | προκατάχρᾱσθε | προκαταχρᾶσθων, προκαταχρᾶσθωσαν | ||
Infinitive | προκατάχρᾱσθαι | |||
Participle | Masculine | Feminine | Neuter | |
προκαταχρωμενος προκαταχρωμενου | προκαταχρωμενη προκαταχρωμενης | προκαταχρωμενον προκαταχρωμενου |
Middle/Passive | ||||
---|---|---|---|---|
1st person | 2nd person | 3rd person | ||
Indicative | Singular | προεκαταχρῶμην | προεκατάχρω | προεκατάχρᾱτο |
Dual | προεκατάχρᾱσθον | προεκαταχρᾶσθην | ||
Plural | προεκαταχρῶμεθα | προεκατάχρᾱσθε | προεκατάχρωντο |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []
이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기