Ancient Greek-English Dictionary Language

πλωτικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: πλωτικός πλωτική πλωτικόν

Structure: πλωτικ (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. skilled in seamanship, a seaman, a shipowner

Examples

  • τοιαῦτα μωραίνει πρὸσ τὰσ θεραπαινίδασ αἲ γὰρ ἐμοὶ τοιόσδε πόσισ κεκλημένοσ εἰή ἐνθάδε ναιετάων, καὶ οἱ ἅδοι αὐτόθι μίμνειν , ψεκτέον τὸ θράσοσ αὐτῆσ καὶ τὴν ἀκολασίαν εἰ δὲ τοῖσ λόγοισ τοῦ ἀνδρὸσ τὸ ἦθοσ ἐνιδοῦσα καὶ θαυμάσασα τὴν ἔντευξιν αὐτοῦ πολὺν νοῦν ἔχουσαν εὔχεται τοιούτῳ συνοικεῖν μᾶλλον ἢ πλωτικῷ τινι καὶ ὀρχηστικῷ τῶν πολιτῶν, ἄξιον ἄγασθαι. (Plutarch, Quomodo adolescens poetas audire debeat, chapter, section 8 27:1)

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION