헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

πενταπάλαστος

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: πενταπάλαστος πενταπάλαστη πενταπάλαστον

형태분석: πενταπαλαστ (어간) + ος (어미)

  1. 긴, 주사위의, 장모음의
  1. five handbreadths wide, long

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 πενταπάλαστος

긴 (이)가

πενταπάλάστη

긴 (이)가

πενταπάλαστον

긴 (것)가

속격 πενταπαλάστου

긴 (이)의

πενταπάλάστης

긴 (이)의

πενταπαλάστου

긴 (것)의

여격 πενταπαλάστῳ

긴 (이)에게

πενταπάλάστῃ

긴 (이)에게

πενταπαλάστῳ

긴 (것)에게

대격 πενταπάλαστον

긴 (이)를

πενταπάλάστην

긴 (이)를

πενταπάλαστον

긴 (것)를

호격 πενταπάλαστε

긴 (이)야

πενταπάλάστη

긴 (이)야

πενταπάλαστον

긴 (것)야

쌍수주/대/호 πενταπαλάστω

긴 (이)들이

πενταπάλάστᾱ

긴 (이)들이

πενταπαλάστω

긴 (것)들이

속/여 πενταπαλάστοιν

긴 (이)들의

πενταπάλάσταιν

긴 (이)들의

πενταπαλάστοιν

긴 (것)들의

복수주격 πενταπάλαστοι

긴 (이)들이

πενταπά́λασται

긴 (이)들이

πενταπάλαστα

긴 (것)들이

속격 πενταπαλάστων

긴 (이)들의

πενταπάλαστῶν

긴 (이)들의

πενταπαλάστων

긴 (것)들의

여격 πενταπαλάστοις

긴 (이)들에게

πενταπάλάσταις

긴 (이)들에게

πενταπαλάστοις

긴 (것)들에게

대격 πενταπαλάστους

긴 (이)들을

πενταπάλάστᾱς

긴 (이)들을

πενταπάλαστα

긴 (것)들을

호격 πενταπάλαστοι

긴 (이)들아

πενταπά́λασται

긴 (이)들아

πενταπάλαστα

긴 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION