헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

παρατηρητής

1군 변화 명사; 남성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: παρατηρητής παρατηρητοῦ

형태분석: παρατηρητ (어간) + ης (어미)

  1. 감독, 주교, 참가자, 감시자, 보호자
  1. One who watches, scrutinizes: observer, overseer

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 παρατηρητής

감독이

παρατηρητᾱ́

감독들이

παρατηρηταί

감독들이

속격 παρατηρητοῦ

감독의

παρατηρηταῖν

감독들의

παρατηρητῶν

감독들의

여격 παρατηρητῇ

감독에게

παρατηρηταῖν

감독들에게

παρατηρηταῖς

감독들에게

대격 παρατηρητήν

감독을

παρατηρητᾱ́

감독들을

παρατηρητᾱ́ς

감독들을

호격 παρατηρητά

감독아

παρατηρητᾱ́

감독들아

παρατηρηταί

감독들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • περί τε τῆσ τῶν ἄστρων τάξεωσ καὶ περὶ τῆσ τῶν φθόγγων ἁρμονίασ καὶ φύσεωσ τοῦτον πρῶτον γενέσθαι παρατηρητήν, καὶ παλαίστρασ εὑρετὴν ὑπάρξαι, καὶ τῆσ εὐρυθμίασ καὶ τῆσ περὶ τὸ σῶμα πρεπούσησ πλάσεωσ ἐπιμεληθῆναι. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 1, chapter 16 1:2)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, book 1, chapter 16 1:2)

  • τῶν δὲ ἄστρων γενόμενον ἐπιμελῆ παρατηρητὴν πολλὰ προλέγειν τῶν κατὰ τὸν κόσμον μελλόντων γίνεσθαι· (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 3, chapter 56 4:1)

    (디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, book 3, chapter 56 4:1)

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION