헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κοσμητικός

1/2군 변화 형용사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: κοσμητικός κοσμητική κοσμητικόν

형태분석: κοσμητικ (어간) + ος (어미)

어원: from kosmhth/s

  1. skilled in arranging, the art of dress and ornament

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 κοσμητικός

(이)가

κοσμητική

(이)가

κοσμητικόν

(것)가

속격 κοσμητικοῦ

(이)의

κοσμητικῆς

(이)의

κοσμητικοῦ

(것)의

여격 κοσμητικῷ

(이)에게

κοσμητικῇ

(이)에게

κοσμητικῷ

(것)에게

대격 κοσμητικόν

(이)를

κοσμητικήν

(이)를

κοσμητικόν

(것)를

호격 κοσμητικέ

(이)야

κοσμητική

(이)야

κοσμητικόν

(것)야

쌍수주/대/호 κοσμητικώ

(이)들이

κοσμητικᾱ́

(이)들이

κοσμητικώ

(것)들이

속/여 κοσμητικοῖν

(이)들의

κοσμητικαῖν

(이)들의

κοσμητικοῖν

(것)들의

복수주격 κοσμητικοί

(이)들이

κοσμητικαί

(이)들이

κοσμητικά

(것)들이

속격 κοσμητικῶν

(이)들의

κοσμητικῶν

(이)들의

κοσμητικῶν

(것)들의

여격 κοσμητικοῖς

(이)들에게

κοσμητικαῖς

(이)들에게

κοσμητικοῖς

(것)들에게

대격 κοσμητικούς

(이)들을

κοσμητικᾱ́ς

(이)들을

κοσμητικά

(것)들을

호격 κοσμητικοί

(이)들아

κοσμητικαί

(이)들아

κοσμητικά

(것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἔτι δὲ καὶ εἶναι κοσμητικὸν τῶν ὑπαρχόντων καὶ χρηστικόν· (Aristotle, Economics, Book 1 33:5)

    (아리스토텔레스, 경제학, Book 1 33:5)

  • καὶ τῶν ἀψύχων σωμάτων, ὧν γναφευτικὴ καὶ σύμπασα κοσμητικὴ τὴν ἐπιμέλειαν παρεχομένη κατὰ σμικρὰ πολλὰ καὶ γελοῖα δοκοῦντα ὀνόματα ἔσχεν. (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 67:1)

    (플라톤, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 67:1)

  • τῶν αἰτιῶν δὴ πλυντικὴν μὲν καὶ ἀκεστικὴν καὶ πᾶσαν τὴν περὶ ταῦτα θεραπευτικήν, πολλῆσ οὔσησ τῆσ κοσμητικῆσ, τοὐνταῦθα αὐτῆσ μόριον εἰκὸσ μάλιστα περιλαμβάνειν ὀνομάζοντασ πᾶν τῇ τέχνῃ τῇ κναφευτικῇ. (Plato, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 151:1)

    (플라톤, Cratylus, Theaetetus, Sophist, Statesman, 151:1)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION