Ancient Greek-English Dictionary Language

κολακευτικός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: κολακευτικός κολακευτική κολακευτικόν

Structure: κολακευτικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: from kolakeu/w

Sense

  1. disposed to flatter, flattering, fawning

Declension

First/Second declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • τεττάρων δὴ τούτων οὐσῶν, καὶ ἀεὶ πρὸσ τὸ βέλτιστον θεραπευουσῶν τῶν μὲν τὸ σῶμα, τῶν δὲ τὴν ψυχήν, ἡ κολακευτικὴ αἰσθομένη ‐ οὐ γνοῦσα λέγω ἀλλὰ στοχασαμένη ‐ τέτραχα ἑαυτὴν διανείμασα, ὑποδῦσα ὑπὸ ἕκαστον τῶν μορίων, προσποιεῖται εἶναι τοῦτο ὅπερ ὑπέδυ, καὶ τοῦ μὲν βελτίστου οὐδὲν φροντίζει, τῷ δὲ ἀεὶ ἡδίστῳ θηρεύεται τὴν ἄνοιαν καὶ ἐξαπατᾷ, ὥστε δοκεῖ πλείστου ἀξία εἶναι. (Plato, Euthydemus, Protagoras, Gorgias, Meno, 105:3)
  • "τεττάρων δὲ τούτων οὐσῶν καὶ ἀεὶ πρὸσ τὸ βέλτιστον θεραπευουσῶν, τῶν μὲν τὸ σῶμα, τῶν δὲ τὴν ψυχὴν, ἡ κολακευτικὴ αἰσθομένη, οὐ γνοῦσα λέγω, ἀλλὰ στοχασαμένη, τέτραχα ἑαυτὴν διανείμασα, ὑποδῦσα ἕκαστον τῶν μορίων προσποιεῖται εἶναι τοῦτο ὅπερ ὑπέδυ, καὶ τοῦ μὲν βελτίστου οὐδὲν φροντίζει, τῷ δὲ ἡδίστῳ θηρεύει τὴν ἄνοιαν καὶ ἐξαπατᾷ, ὥστε δοκεῖν πλείστου ἀξίαν εἶναι. (Aristides, Aelius, Orationes, 6:44)

Synonyms

  1. disposed to flatter

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION