Ancient Greek-English Dictionary Language

κλιτύς

Third declension Noun; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: κλιτύς κλιτύος

Structure: κλιτυ (Stem) + ς (Ending)

Etym.: kli/nw

Sense

  1. a slope, hill-side

Declension

Third declension

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Examples

  • καὶ νῦν, ὡσ βιαίασ ἔχεται πάνδαμοσ πόλισ ἐπὶ νόσου, μολεῖν καθαρσίῳ ποδὶ Παρνασίαν ὑπὲρ κλιτὺν ἢ στονόεντα πορθμόν. (Sophocles, Antigone, choral, strophe 22)
  • ὧν ἔχων χόλον, ὡσ ἵκετ’ αὖθισ Ἴφιτοσ Τιρυνθίαν πρὸσ κλιτύν, ἵππουσ νομάδασ ἐξιχνοσκοπῶν, τότ’ ἄλλοσ’ αὐτὸν ὄμμα, θατέρᾳ δὲ νοῦν ἔχοντ’, ἀπ’ ἄκρασ ἧκε πυργώδουσ πλακόσ. (Sophocles, Trachiniae, choral 2:9)
  • φρουρὸσ ἐπὶ σμήνεσσι, Περιστράτου εἵνεκα, μίμνω ἐνθάδε, Μαιναλίαν κλιτὺν ἀποπρολιπών, κλῶπα μελισσάων δεδοκημένοσ. (Unknown, Greek Anthology, Volume V, book 16, chapter 1891)
  • εἰ δέ κεν ἐσ κλιτὺν ἀναβὰσ καὶ δάσκιον ὕλην θάμνοισ ἐν πυκινοῖσι καταδράθω, εἴ με μεθείη ῥῖγοσ καὶ κάματοσ, γλυκερὸσ δέ μοι ὕπνοσ ἐπέλθῃ, δείδω, μὴ θήρεσσιν ἕλωρ καὶ κύρμα γένωμαι. (Homer, Odyssey, Book 5 49:5)

Synonyms

  1. a slope

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION