- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

κελαδεινός?

1/2군 변화 형용사; 자동번역 로마알파벳 전사: keladeinos 고전 발음: [껠라데] 신약 발음: [깰라디노]

기본형: κελαδεινός κελαδεινή κελαδεινόν

형태분석: κελαδειν (어간) + ος (어미)

  1. 시끄러운, 울려퍼지는, 소리를 내는
  1. sounding, noisy

곡용 정보

1/2군 변화
남성 여성 중성
단수주격 κελαδεινός

시끄러운 (이)가

κελαδεινή

시끄러운 (이)가

κελαδεινόν

시끄러운 (것)가

속격 κελαδεινοῦ

시끄러운 (이)의

κελαδεινῆς

시끄러운 (이)의

κελαδεινοῦ

시끄러운 (것)의

여격 κελαδεινῷ

시끄러운 (이)에게

κελαδεινῇ

시끄러운 (이)에게

κελαδεινῷ

시끄러운 (것)에게

대격 κελαδεινόν

시끄러운 (이)를

κελαδεινήν

시끄러운 (이)를

κελαδεινόν

시끄러운 (것)를

호격 κελαδεινέ

시끄러운 (이)야

κελαδεινή

시끄러운 (이)야

κελαδεινόν

시끄러운 (것)야

쌍수주/대/호 κελαδεινώ

시끄러운 (이)들이

κελαδεινά

시끄러운 (이)들이

κελαδεινώ

시끄러운 (것)들이

속/여 κελαδεινοῖν

시끄러운 (이)들의

κελαδειναῖν

시끄러운 (이)들의

κελαδεινοῖν

시끄러운 (것)들의

복수주격 κελαδεινοί

시끄러운 (이)들이

κελαδειναί

시끄러운 (이)들이

κελαδεινά

시끄러운 (것)들이

속격 κελαδεινῶν

시끄러운 (이)들의

κελαδεινῶν

시끄러운 (이)들의

κελαδεινῶν

시끄러운 (것)들의

여격 κελαδεινοῖς

시끄러운 (이)들에게

κελαδειναῖς

시끄러운 (이)들에게

κελαδεινοῖς

시끄러운 (것)들에게

대격 κελαδεινούς

시끄러운 (이)들을

κελαδεινάς

시끄러운 (이)들을

κελαδεινά

시끄러운 (것)들을

호격 κελαδεινοί

시끄러운 (이)들아

κελαδειναί

시끄러운 (이)들아

κελαδεινά

시끄러운 (것)들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • πολλὰ δ ὄρη σκιόεντα καὶ αὐλῶνας κελαδεινοὺς καὶ πεδί ἀνθεμόεντα διήλασε κύδιμος Ἑρμῆς. (Anonymous, Homeric Hymns, 12:2)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 12:2)

  • οὐδέ ποτ Ἀρτέμιδα χρυσηλάκατον, κελαδεινὴν δάμναται ἐν φιλότητι φιλομμειδὴς Ἀφροδίτη. (Anonymous, Homeric Hymns, 3:6)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 3:6)

  • νῦν δέ μ ἀνήρπαξε χρυσόρραπις Ἀργειφόντης ἐκ χοροῦ Ἀρτέμιδος χρυσηλακάτου, κελαδεινῆς. (Anonymous, Homeric Hymns, 11:10)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 11:10)

  • Ἄρτεμιν ἀείδω χρυσηλάκατον, κελαδεινήν, παρθένον αἰδοίην, ἐλαφηβόλον, ἰοχέαιραν, αὐτοκασιγνήτην χρυσαόρου Ἀπόλλωνος, ἣ κατ ὄρη σκιόεντα καὶ ἄκριας ἠνεμοέσσας ἄγρῃ τερπομένη παγχρύσεα τόξα τιταίνει πέμπουσα στονόεντα βέλη: (Anonymous, Homeric Hymns, 2:1)

    (익명 저작, Homeric Hymns, 2:1)

  • ρὸς μειλίσσετ ἀυτμή, καὶ ποταμοὺς ἵστησιν ἄφαρ κελαδεινὰ ῥέοντας, ἄστρα τε καὶ μήνης ἱερῆς ἐπέδησε κελεύθους. (Apollodorus, Argonautica, book 3 9:43)

    (아폴로도로스, 아르고나우티카, book 3 9:43)

  • νῆσοι ἐρημαῖαι, τρύφεα χθονός, ἃς κελαδεινὸς ζωστὴρ Αἰγαίου κύματος ἐντὸς ἔχει, Σίφνον ἐμιμήσασθε καὶ αὐχμηρὴν Φολέγανδρον, τλήμονες, ἀρχαίην δ ὠλέσατ ἀγλαϊήν. (Unknown, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 4211)

    (작자 미상, Greek Anthology, Volume III, book 9, chapter 4211)

유의어

  1. 시끄러운

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION