고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: κατερικτός
Structure: κατερικτ (Stem) + ος (Ending)
Masculine | Feminine | Neuter | ||
---|---|---|---|---|
Singular | Nominative | κατερικτός | κατερικτή | κατέρικτον |
Genitive | κατερικτοῦ | κατερικτῆς | κατερίκτου | |
Dative | κατερικτῷ | κατερικτῇ | κατερίκτῳ | |
Accusative | κατερικτόν | κατερικτήν | κατέρικτον | |
Vocative | κατερικτέ | κατερικτή | κατέρικτον | |
Dual | N/A/V | κατερικτώ | κατερικτᾱ́ | κατερίκτω |
G/D | κατερικτοῖν | κατερικταῖν | κατερίκτοιν | |
Plural | Nominative | κατερικτοί | κατερικταί | κατέρικτα |
Genitive | κατερικτῶν | κατερικτῶν | κατερίκτων | |
Dative | κατερικτοῖς | κατερικταῖς | κατερίκτοις | |
Accusative | κατερικτούς | κατερικτᾱ́ς | κατέρικτα | |
Vocative | κατερικτοί | κατερικταί | κατέρικτα |
Positive | Comparative | Superlative | |
---|---|---|---|
Adjective | κατερικτός κατερικτοῦ | κατερικτότερος κατερικτοτεροῦ | κατερικτότατος κατερικτοτατοῦ |
Adverb | κατερίκτως | κατερικτότερον | κατερικτότατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []
이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기