Ancient Greek-English Dictionary Language

ἰαμβικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἰαμβικός ἰαμβική ἰαμβικόν

Structure: ἰαμβικ (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. iambic

Examples

  • τρίτον δέ ἐστι παρὰ Ἀρχιλόχῳ ἀσυνάρτητον ἐκ δακτυλικοῦ πενθημιμεροῦσ καὶ ἰαμβικοῦ διμέτρου ἀκαταλήκτου· (Unknown, Elegy and Iambus, Volume II, , 316)
  • ἰαμβικοῦ καταληκτικοῦ· (Unknown, Elegy and Iambus, Volume II, , 669)
  • ἄλλο ἀσυνάρτητον ὁμοίωσ κατὰ τὴν πρώτην ἀντιπάθειαν ἐξ ἰαμβικοῦ διμέτρου ἀκαταλήκτου καὶ τροχαϊκου ἑφθημιμεροῦσ, τοῦ καλουμένου Εὐριπιδείου, οἱο͂ν τὸ ἐν τοῖσ ἀναφερομένοισ εἰσ Ἀρχίλοχον Ιὀβάκχοισ· (Unknown, Elegy and Iambus, Volume II, , 706)

Synonyms

  1. iambic

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION