Ancient Greek-English Dictionary Language

ἡνιοχικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: ἡνιοχικός ἡνιοχική ἡνιοχικόν

Structure: ἡνιοχικ (Stem) + ος (Ending)

Sense

  1. of or for driving, the art of driving

Examples

  • "μετὰ δὲ τούτουσ ἐλεφάντων ἁρ́ματα ἀφείθη εἴκοσι τέτταρα καὶ συνωρίδεσ τράγων ἑξήκοντα, κόλων δεκαδύο, ὀρύγων ἑπτά, βουβάλων δεκαπέντε, στρουθῶν συνωρίδεσ ὀκτώ, ὀνελάφων ἑπτά, καὶ συνωρίδεσ δ’ ὄνων ἀγρίων, ἁρ́ματα τέσσαρα, ἐπὶ δὲ πάντων τούτων ἀνεβεβήκει παιδάρια χιτῶνασ ἔχοντα ἡνιοχικοὺσ καὶ πετάσουσ, παρανεβεβήκει δὲ παιδισκάρια διεσκευασμένα πελταρίοισ καὶ θυρσολόγχοισ, κεκοσμημένα ἱματίοισ καὶ χρυσίοισ. (Athenaeus, The Deipnosophists, Book 5, book 5, chapter 318)

Synonyms

  1. of or for driving

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION