Ancient Greek-English Dictionary Language

γραμματικεύομαι

Non-contract Verb; 이상동사 Transliteration:

Principal Part: γραμματικεύομαι

Structure: γραμματικεύ (Stem) + ομαι (Ending)

Sense

  1. to be a grammarian

Conjugation

Present tense

Middle/Passive
1st person2nd person3rd person
IndicativeSingular γραμματικεύομαι γραμματικεύει, γραμματικεύῃ γραμματικεύεται
Dual γραμματικεύεσθον γραμματικεύεσθον
Plural γραμματικευόμεθα γραμματικεύεσθε γραμματικεύονται
SubjunctiveSingular γραμματικεύωμαι γραμματικεύῃ γραμματικεύηται
Dual γραμματικεύησθον γραμματικεύησθον
Plural γραμματικευώμεθα γραμματικεύησθε γραμματικεύωνται
OptativeSingular γραμματικευοίμην γραμματικεύοιο γραμματικεύοιτο
Dual γραμματικεύοισθον γραμματικευοίσθην
Plural γραμματικευοίμεθα γραμματικεύοισθε γραμματικεύοιντο
ImperativeSingular γραμματικεύου γραμματικευέσθω
Dual γραμματικεύεσθον γραμματικευέσθων
Plural γραμματικεύεσθε γραμματικευέσθων, γραμματικευέσθωσαν
Infinitive γραμματικεύεσθαι
Participle MasculineFeminineNeuter
γραμματικευομενος γραμματικευομενου γραμματικευομενη γραμματικευομενης γραμματικευομενον γραμματικευομενου

Imperfect tense

The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.

Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION