헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἐμπανηγυρίζω

비축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἐμπανηγυρίζω ἐμπανηγυρίσω

형태분석: ἐμπανηγυρίζ (어간) + ω (인칭어미)

어원: e)n

  1. to hold assemblies in

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐμπανηγυρίζω

ἐμπανηγυρίζεις

ἐμπανηγυρίζει

쌍수 ἐμπανηγυρίζετον

ἐμπανηγυρίζετον

복수 ἐμπανηγυρίζομεν

ἐμπανηγυρίζετε

ἐμπανηγυρίζουσιν*

접속법단수 ἐμπανηγυρίζω

ἐμπανηγυρίζῃς

ἐμπανηγυρίζῃ

쌍수 ἐμπανηγυρίζητον

ἐμπανηγυρίζητον

복수 ἐμπανηγυρίζωμεν

ἐμπανηγυρίζητε

ἐμπανηγυρίζωσιν*

기원법단수 ἐμπανηγυρίζοιμι

ἐμπανηγυρίζοις

ἐμπανηγυρίζοι

쌍수 ἐμπανηγυρίζοιτον

ἐμπανηγυριζοίτην

복수 ἐμπανηγυρίζοιμεν

ἐμπανηγυρίζοιτε

ἐμπανηγυρίζοιεν

명령법단수 ἐμπανηγύριζε

ἐμπανηγυριζέτω

쌍수 ἐμπανηγυρίζετον

ἐμπανηγυριζέτων

복수 ἐμπανηγυρίζετε

ἐμπανηγυριζόντων, ἐμπανηγυριζέτωσαν

부정사 ἐμπανηγυρίζειν

분사 남성여성중성
ἐμπανηγυριζων

ἐμπανηγυριζοντος

ἐμπανηγυριζουσα

ἐμπανηγυριζουσης

ἐμπανηγυριζον

ἐμπανηγυριζοντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐμπανηγυρίζομαι

ἐμπανηγυρίζει, ἐμπανηγυρίζῃ

ἐμπανηγυρίζεται

쌍수 ἐμπανηγυρίζεσθον

ἐμπανηγυρίζεσθον

복수 ἐμπανηγυριζόμεθα

ἐμπανηγυρίζεσθε

ἐμπανηγυρίζονται

접속법단수 ἐμπανηγυρίζωμαι

ἐμπανηγυρίζῃ

ἐμπανηγυρίζηται

쌍수 ἐμπανηγυρίζησθον

ἐμπανηγυρίζησθον

복수 ἐμπανηγυριζώμεθα

ἐμπανηγυρίζησθε

ἐμπανηγυρίζωνται

기원법단수 ἐμπανηγυριζοίμην

ἐμπανηγυρίζοιο

ἐμπανηγυρίζοιτο

쌍수 ἐμπανηγυρίζοισθον

ἐμπανηγυριζοίσθην

복수 ἐμπανηγυριζοίμεθα

ἐμπανηγυρίζοισθε

ἐμπανηγυρίζοιντο

명령법단수 ἐμπανηγυρίζου

ἐμπανηγυριζέσθω

쌍수 ἐμπανηγυρίζεσθον

ἐμπανηγυριζέσθων

복수 ἐμπανηγυρίζεσθε

ἐμπανηγυριζέσθων, ἐμπανηγυριζέσθωσαν

부정사 ἐμπανηγυρίζεσθαι

분사 남성여성중성
ἐμπανηγυριζομενος

ἐμπανηγυριζομενου

ἐμπανηγυριζομενη

ἐμπανηγυριζομενης

ἐμπανηγυριζομενον

ἐμπανηγυριζομενου

미래 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐμπανηγυρίσω

ἐμπανηγυρίσεις

ἐμπανηγυρίσει

쌍수 ἐμπανηγυρίσετον

ἐμπανηγυρίσετον

복수 ἐμπανηγυρίσομεν

ἐμπανηγυρίσετε

ἐμπανηγυρίσουσιν*

기원법단수 ἐμπανηγυρίσοιμι

ἐμπανηγυρίσοις

ἐμπανηγυρίσοι

쌍수 ἐμπανηγυρίσοιτον

ἐμπανηγυρισοίτην

복수 ἐμπανηγυρίσοιμεν

ἐμπανηγυρίσοιτε

ἐμπανηγυρίσοιεν

부정사 ἐμπανηγυρίσειν

분사 남성여성중성
ἐμπανηγυρισων

ἐμπανηγυρισοντος

ἐμπανηγυρισουσα

ἐμπανηγυρισουσης

ἐμπανηγυρισον

ἐμπανηγυρισοντος

중간태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἐμπανηγυρίσομαι

ἐμπανηγυρίσει, ἐμπανηγυρίσῃ

ἐμπανηγυρίσεται

쌍수 ἐμπανηγυρίσεσθον

ἐμπανηγυρίσεσθον

복수 ἐμπανηγυρισόμεθα

ἐμπανηγυρίσεσθε

ἐμπανηγυρίσονται

기원법단수 ἐμπανηγυρισοίμην

ἐμπανηγυρίσοιο

ἐμπανηγυρίσοιτο

쌍수 ἐμπανηγυρίσοισθον

ἐμπανηγυρισοίσθην

복수 ἐμπανηγυρισοίμεθα

ἐμπανηγυρίσοισθε

ἐμπανηγυρίσοιντο

부정사 ἐμπανηγυρίσεσθαι

분사 남성여성중성
ἐμπανηγυρισομενος

ἐμπανηγυρισομενου

ἐμπανηγυρισομενη

ἐμπανηγυρισομενης

ἐμπανηγυρισομενον

ἐμπανηγυρισομενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

유의어

  1. to hold assemblies in

유사 형태

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION