헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δόνημα

3군 변화 명사; 중성 자동번역 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δόνημα δόνηματος

형태분석: δονηματ (어간)

어원: from done/w

  1. 선동, 동요, 작은 진동
  1. an agitation, waving

곡용 정보

3군 변화
단수 쌍수 복수
주격 δόνημα

선동이

δονήματε

선동들이

δονήματα

선동들이

속격 δονήματος

선동의

δονημάτοιν

선동들의

δονημάτων

선동들의

여격 δονήματι

선동에게

δονημάτοιν

선동들에게

δονήμασιν*

선동들에게

대격 δόνημα

선동을

δονήματε

선동들을

δονήματα

선동들을

호격 δόνημα

선동아

δονήματε

선동들아

δονήματα

선동들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • δοκεῖ γάρ μοι ὁ παλαιὸσ μῦθοσ καὶ Πρωτέα τὸν Αἰγύπτιον οὐκ ἄλλο τι ἢ ὀρχηστήν τινα γενέσθαι λέγειν, μιμητικὸν ἄνθρωπον καὶ πρὸσ πάντα σχηματίζεσθαι καὶ μεταβάλλεσθαι δυνάμενον, ὡσ καὶ ὕδατοσ ὑγρότητα μιμεῖσθαι καὶ πυρὸσ ὀξύτητα ἐν τῇ τῆσ κινήσεωσ σφοδρότητι καὶ λέοντοσ ἀγριότητα καὶ παρδάλεωσ θυμὸν καὶ δένδρου δόνημα, καὶ ὅλωσ ὅ τι καὶ θελήσειεν. (Lucian, De saltatione, (no name) 19:2)

    (루키아노스, De saltatione, (no name) 19:2)

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION