Ancient Greek-English Dictionary Language

διεξοδικός

First/Second declension Adjective; Transliteration:

Principal Part: διεξοδικός διεξοδική διεξοδικόν

Structure: διεξοδικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: from die/codos

Sense

  1. detailed

Examples

  • οὐ γὰρ ἦν ἀκριβῆ καὶ διεξοδικὴν δήλωσιν ὑπὲρ ἑκάστου τῶν ἀνδρῶν ποιεῖσθαι, προελόμενον εἰσ ἐλάχιστον ὄγκον συναγαγεῖν τὴν πραγματείαν. (Dionysius of Halicarnassus, , chapter 1 1:2)
  • εἰσαγέσθω δὴ μετὰ τοῦτον ὁ Δημοσθένησ, καὶ λαμβανέσθω κἀκείνου λέξισ ἐκ μιᾶσ τῶν κατὰ Φιλίππου δημηγορίασ, δι’ ἧσ καὶ αὐτὸσ συγκρίνει τὰ καθ’ ἑαυτὸν ἔργα τοῖσ ἐπὶ τῶν προγόνων καὶ τοὺσ νέουσ δημαγωγοὺσ τοῖσ παλαιοῖσ, οὐ καθ’ ἓν ἔργον ἕκαστον ἀρχαῖον ἔργῳ καινῷ παρατιθεὶσ οὐδὲ πάντα μικρολογῶν συγκρίσει, ἀλλὰ ὅλῃ τῇ θέσει ποιούμενοσ ὅλην τὴν ἀντίθεσιν διεξοδικὴν οὕτωσ· (Dionysius of Halicarnassus, De Demosthene, chapter 211)

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION