고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: διεξοδικός διεξοδική διεξοδικόν
Structure: διεξοδικ (Stem) + ος (Ending)
Masculine | Feminine | Neuter | ||
---|---|---|---|---|
Singular | Nominative | διεξοδικός | διεξοδική | διεξοδικόν |
Genitive | διεξοδικοῦ | διεξοδικῆς | διεξοδικοῦ | |
Dative | διεξοδικῷ | διεξοδικῇ | διεξοδικῷ | |
Accusative | διεξοδικόν | διεξοδικήν | διεξοδικόν | |
Vocative | διεξοδικέ | διεξοδική | διεξοδικόν | |
Dual | N/A/V | διεξοδικώ | διεξοδικᾱ́ | διεξοδικώ |
G/D | διεξοδικοῖν | διεξοδικαῖν | διεξοδικοῖν | |
Plural | Nominative | διεξοδικοί | διεξοδικαί | διεξοδικά |
Genitive | διεξοδικῶν | διεξοδικῶν | διεξοδικῶν | |
Dative | διεξοδικοῖς | διεξοδικαῖς | διεξοδικοῖς | |
Accusative | διεξοδικούς | διεξοδικᾱ́ς | διεξοδικά | |
Vocative | διεξοδικοί | διεξοδικαί | διεξοδικά |
Positive | Comparative | Superlative | |
---|---|---|---|
Adjective | διεξοδικός διεξοδικοῦ | διεξοδικότερος διεξοδικοτεροῦ | διεξοδικότατος διεξοδικοτατοῦ |
Adverb | διεξοδικώς | διεξοδικότερον | διεξοδικότατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []
이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기