헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

δεσμοφύλαξ

명사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: δεσμοφύλαξ

  1. a gaoler

예문

  • καὶ ἐπειδὴ ἔμαθεν, ὡσ εἶχεν εὐθὺσ ἐπὶ τὸ δεσμωτήριον δρομαῖοσ ἐλθών, τότε μὲν οὐκ εἰσεδέχθη, ἑσπέρα γὰρ ἦν, καὶ ὁ δεσμοφύλαξ πάλαι κεκλεικὼσ τὴν θύραν ἐκάθευδε, φρουρεῖν τοῖσ οἰκέταισ παρακελευσάμενοσ· (Lucian, Toxaris vel amicitia, (no name) 29:2)

    (루키아노스, Toxaris vel amicitia, (no name) 29:2)

  • ἔξυπνοσ δὲ γενόμενοσ ὁ δεσμοφύλαξ καὶ ἰδὼν ἀνεῳγμένασ τὰσ θύρασ τῆσ φυλακῆσ σπασάμενοσ τὴν μάχαιραν ἤμελλεν ἑαυτὸν ἀναιρεῖν, νομίζων ἐκπεφευγέναι τοὺσ δεσμίουσ. (, chapter 14 105:1)

    (, chapter 14 105:1)

  • ἀπήγγειλεν δὲ ὁ δεσμοφύλαξ τοὺσ λόγουσ πρὸσ τὸν Παῦλον, ὅτι Ἀπέσταλκαν οἱ στρατηγοὶ ἵνα ἀπολυθῆτε· (, chapter 14 114:1)

    (, chapter 14 114:1)

  • ὁ γὰρ δεσμοφύλαξ τήν τε ἐπιμέλειαν καὶ τὴν πίστιν αὐτοῦ κατανοήσασ ἐν οἷσ τάξειεν αὐτὸν καὶ τὸ ἀξίωμα τῆσ μορφῆσ ὑπανίει τε τῶν δεσμῶν καὶ τὸ δεινὸν ἐλαφρότερον αὐτῷ καὶ κοῦφον ἐποίει, διαίτῃ δὲ χρῆσθαι κρείττονι δεσμωτῶν ἐπέτρεπε. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 2 82:1)

    (플라비우스 요세푸스, Antiquitates Judaicae, Book 2 82:1)

유의어

  1. a gaoler

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION