헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἀντιστοιχέω

ε 축약 동사; 로마알파벳 전사: 고전 발음: [] 신약 발음: []

기본형: ἀντιστοιχέω

형태분석: ἀντιστοιχέ (어간) + ω (인칭어미)

어원: from a)nti/stoixos

  1. to stand opposite in rows or pairs, to stand vis-a-vis in

활용 정보

현재 시제

능동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀντιστοίχω

ἀντιστοίχεις

ἀντιστοίχει

쌍수 ἀντιστοίχειτον

ἀντιστοίχειτον

복수 ἀντιστοίχουμεν

ἀντιστοίχειτε

ἀντιστοίχουσιν*

접속법단수 ἀντιστοίχω

ἀντιστοίχῃς

ἀντιστοίχῃ

쌍수 ἀντιστοίχητον

ἀντιστοίχητον

복수 ἀντιστοίχωμεν

ἀντιστοίχητε

ἀντιστοίχωσιν*

기원법단수 ἀντιστοίχοιμι

ἀντιστοίχοις

ἀντιστοίχοι

쌍수 ἀντιστοίχοιτον

ἀντιστοιχοίτην

복수 ἀντιστοίχοιμεν

ἀντιστοίχοιτε

ἀντιστοίχοιεν

명령법단수 ἀντιστοῖχει

ἀντιστοιχεῖτω

쌍수 ἀντιστοίχειτον

ἀντιστοιχεῖτων

복수 ἀντιστοίχειτε

ἀντιστοιχοῦντων, ἀντιστοιχεῖτωσαν

부정사 ἀντιστοίχειν

분사 남성여성중성
ἀντιστοιχων

ἀντιστοιχουντος

ἀντιστοιχουσα

ἀντιστοιχουσης

ἀντιστοιχουν

ἀντιστοιχουντος

중간태/수동태
1인칭2인칭3인칭
직설법단수 ἀντιστοίχουμαι

ἀντιστοίχει, ἀντιστοίχῃ

ἀντιστοίχειται

쌍수 ἀντιστοίχεισθον

ἀντιστοίχεισθον

복수 ἀντιστοιχοῦμεθα

ἀντιστοίχεισθε

ἀντιστοίχουνται

접속법단수 ἀντιστοίχωμαι

ἀντιστοίχῃ

ἀντιστοίχηται

쌍수 ἀντιστοίχησθον

ἀντιστοίχησθον

복수 ἀντιστοιχώμεθα

ἀντιστοίχησθε

ἀντιστοίχωνται

기원법단수 ἀντιστοιχοίμην

ἀντιστοίχοιο

ἀντιστοίχοιτο

쌍수 ἀντιστοίχοισθον

ἀντιστοιχοίσθην

복수 ἀντιστοιχοίμεθα

ἀντιστοίχοισθε

ἀντιστοίχοιντο

명령법단수 ἀντιστοίχου

ἀντιστοιχεῖσθω

쌍수 ἀντιστοίχεισθον

ἀντιστοιχεῖσθων

복수 ἀντιστοίχεισθε

ἀντιστοιχεῖσθων, ἀντιστοιχεῖσθωσαν

부정사 ἀντιστοίχεισθαι

분사 남성여성중성
ἀντιστοιχουμενος

ἀντιστοιχουμενου

ἀντιστοιχουμενη

ἀντιστοιχουμενης

ἀντιστοιχουμενον

ἀντιστοιχουμενου

미완료(Imperfect) 시제

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

출처: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

이 단어를 Perseus Greek Word Study Tool에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION