- 그-한 사전

헬라어(고대 그리스어, 희랍어)-한국어-영어 사전 Language

ἁγιωσύνη?

1군 변화 명사; 여성 자동번역 로마알파벳 전사: hagiōsynē 고전 발음: [하기오:쉬네:] 신약 발음: [아기오쉬네]

기본형: ἁγιωσύνη ἁγιωσύνης

형태분석: ἁγιωσυν (어간) + η (어미)

어원: ἅγιος

  1. 신성, 거룩함, 고결
  1. holiness, sanctity

곡용 정보

1군 변화
단수 쌍수 복수
주격 ἁγιωσύνη

신성이

ἁγιωσύνα

신성들이

ἁγιωσύναι

신성들이

속격 ἁγιωσύνης

신성의

ἁγιωσύναιν

신성들의

ἁγιωσυνῶν

신성들의

여격 ἁγιωσύνῃ

신성에게

ἁγιωσύναιν

신성들에게

ἁγιωσύναις

신성들에게

대격 ἁγιωσύνην

신성을

ἁγιωσύνα

신성들을

ἁγιωσύνας

신성들을

호격 ἁγιωσύνη

신성아

ἁγιωσύνα

신성들아

ἁγιωσύναι

신성들아

위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.

현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.

예문

  • ἀδικηθῆναι δὲ τοὺς πεπιστευκότας τῇ τοῦ τόπου ἁγιωσύνῃ καὶ τῇ τοῦ τετιμημένου κατὰ τὸν σύμπαντα κόσμον ἱεροῦ σεμνότητι καὶ ἀσυλίᾳ παντελῶς ἀμήχανον εἶναι. (Septuagint, Liber Maccabees II 3:12)

    (70인역 성경, Liber Maccabees II 3:12)

  • ψάλατε τῷ Κυρίῳ, οἱ ὅσιοι αὐτοῦ, καὶ ἐξομολογεῖσθε τῇ μνήμῃ τῆς ἁγιωσύνης αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Psalmorum 29:5)

    (70인역 성경, 시편 29:5)

  • ἐξομολόγησις καὶ ὡραιότης ἐνώπιον αὐτοῦ. ἁγιωσύνη καὶ μεγαλοπρέπεια ἐν τῷ ἁγιάσματι αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Psalmorum 95:6)

    (70인역 성경, 시편 95:6)

  • εὐφράνθητε, δίκαιοι, ἐν τῷ Κυρίῳ, καὶ ἐξομολογεῖσθε τῇ μνήμῃ τῆς ἁγιωσύνης αὐτοῦ. (Septuagint, Liber Psalmorum 96:12)

    (70인역 성경, 시편 96:12)

  • τὴν μεγαλοπρέπειαν τῆς δόξης τῆς ἁγιωσύνης σου λαλήσουσι καὶ τὰ θαυμάσιά σου διηγήσονται. (Septuagint, Liber Psalmorum 144:5)

    (70인역 성경, 시편 144:5)

  • εἰς τὸ στηρίξαι ὑμῶν τὰς καρδίας ἀμέμπτους ἐν ἁγιωσύνῃ ἔμπροσθεν τοῦ θεοῦ καὶ πατρὸς ἡμῶν ἐν τῇ παρουσίᾳ τοῦ κυρίου ἡμῶν Ιἠσοῦ μετὰ πάντων τῶν ἁγίων αὐτοῦ. (PROS QESSALONIKEIS A, chapter 2 37:1)

    (PROS QESSALONIKEIS A, chapter 2 37:1)

출처: Wiktionary 고전 그리스어 단어 목록

이 단어를 Wiktionary에서 찾기

SEARCH

MENU NAVIGATION