고전 발음: [] 신약 발음: []
Principal Part: Ποτιδαιατικός Ποτιδαιατική Ποτιδαιατικόν
Structure: Ποτιδαιατικ (Stem) + ος (Ending)
Masculine | Feminine | Neuter | ||
---|---|---|---|---|
Singular | Nominative | Ποτιδαιατικός | Ποτιδαιατική | Ποτιδαιατικόν |
Genitive | Ποτιδαιατικοῦ | Ποτιδαιατικῆς | Ποτιδαιατικοῦ | |
Dative | Ποτιδαιατικῷ | Ποτιδαιατικῇ | Ποτιδαιατικῷ | |
Accusative | Ποτιδαιατικόν | Ποτιδαιατικήν | Ποτιδαιατικόν | |
Vocative | Ποτιδαιατικέ | Ποτιδαιατική | Ποτιδαιατικόν | |
Dual | N/A/V | Ποτιδαιατικώ | Ποτιδαιατικᾱ́ | Ποτιδαιατικώ |
G/D | Ποτιδαιατικοῖν | Ποτιδαιατικαῖν | Ποτιδαιατικοῖν | |
Plural | Nominative | Ποτιδαιατικοί | Ποτιδαιατικαί | Ποτιδαιατικά |
Genitive | Ποτιδαιατικῶν | Ποτιδαιατικῶν | Ποτιδαιατικῶν | |
Dative | Ποτιδαιατικοῖς | Ποτιδαιατικαῖς | Ποτιδαιατικοῖς | |
Accusative | Ποτιδαιατικούς | Ποτιδαιατικᾱ́ς | Ποτιδαιατικά | |
Vocative | Ποτιδαιατικοί | Ποτιδαιατικαί | Ποτιδαιατικά |
Positive | Comparative | Superlative | |
---|---|---|---|
Adjective | Ποτιδαιατικός Ποτιδαιατικοῦ | Ποτιδαιατικότερος Ποτιδαιατικοτεροῦ | Ποτιδαιατικότατος Ποτιδαιατικοτατοῦ |
Adverb | Ποτιδαιατικώς | Ποτιδαιατικότερον | Ποτιδαιατικότατα |
The inflection forms above were generated by rules and some usages of them were not attested.
Due to a bug of system, some forms may display wrong accents.
Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.
Find this word at Perseus Greek Word Study Tool고전 발음: [] 신약 발음: []
이 저작물은 크리에이티브 커먼즈 저작자표시-비영리 4.0 국제 라이선스에 따라 이용할 수 있습니다.
bab2min@gmail.com
호흡부호 보기
강세부호 보기
장단부호 보기
작은 Iota 보기
모든 부호 보기