πρόσοψις
;
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
πρόσοψις
πρόσοψεως
뜻
- 등장, 외모, 출연, 존재, 출석, 점
- 풍경, 시야, 광경, 경치, 보기
- appearance, aspect, mien, presence, thyself
- a seeing, beholding, sight, view
- σύ, βασιλεῦ, ἐθεώρεισ, καὶ ἰδοὺ εἰκὼν μία, μεγάλη ἡ εἰκὼν ἐκείνη, καὶ ἡ πρόσοψισ αὐτῆσ ὑπερφερήσ, ἑστῶσα πρὸ προσώπου σου, καὶ ἡ ὅρασισ αὐτῆσ φοβερά. (Septuagint, Prophetia Danielis 2:31)
(70인역 성경, 다니엘서 2:31)
- ὦ φιλτάτη πρόσοψισ, οὐκ ἐμέμφθην· (Euripides, Helen, episode, lyric2)
(에우리피데스, Helen, episode, lyric2)
- ἔρχεται δέ σοι πικρὸν θέαμα καὶ πρόσοψισ ἀθλία. (Euripides, episode 8:7)
(에우리피데스, episode 8:7)
- καὶ τῆσ μὲν χώρασ οὔσησ πεδιάδοσ, τῶν δὲ πόλεων καὶ τῶν κωμῶν, ἔτι δὲ τῶν ἀγροικιῶν κειμένων ἐπὶ χειροποιήτων χωμάτων, ἡ πρόσοψισ ὁμοία γίνεται ταῖσ Κυκλάσι νήσοισ. (Diodorus Siculus, Bibliotheca Historica, book 1, chapter 36 8:2)
(디오도로스 시켈로스, Bibliotheca Historica, book 1, chapter 36 8:2)
- ἦν δὲ καὶ ἡ πᾶσα πρόσοψισ γεραροῦ τε καὶ εὐσχήμονοσ. (Aristides, Aelius, Orationes, 15:17)
(아리스티데스, 아일리오스, 연설, 15:17)
- οὐχ ἡ πρόσοψίσ μ’, ἀλλὰ τἄργ’ αἰκίζεται. (Euripides, episode, iambic 3:6)
(에우리피데스, episode, iambic 3:6)
유의어
-
풍경
- ὀπωπή (a sight or view)
- θεά̄ (풍경, 광경, 시야)
- ὅρασις (시야, 광경, 풍경)
- ὑπειδόμην (보라, 바라보다, 발견하다)
- εἴδομαι (인지하다, 보다, 바라보다)
- εἶδον (인지하다, 보다, 바라보다)
- ὀπωπή (풍경, 광경, 시야)
- θεωρίᾱ (광경, 풍경, 구경)
- λάω (보다, 바라보다, 인지하다)