Ancient Greek-English Dictionary Language

νεωτεροποιία

First declension Noun; Feminine 자동번역 Transliteration:

Principal Part: νεωτεροποιία

Structure: νεωτεροποιι (Stem) + ᾱ (Ending)

Etym.: from newteropoio/s

Sense

  1. innovation, revolution

Examples

  • ὁ δὲ τῶν Ιοὐδαίων τὴν ἀκατάπαυστον ὑφορώμενοσ νεωτεροποιίαν καὶ δείσασ, μὴ πάλιν εἰσ ἓν ἀθρόοι συλλεγῶσι καί τινασ αὑτοῖσ συνεπισπάσωνται, προσέταξε τῷ Λούππῳ τὸν ἐν τῇ Ὀνίου καλουμένῃ νεὼν καθελεῖν τῶν Ιοὐδαίων. (Flavius Josephus, De bello Judaico libri vii, 471:1)
  • ἐζημίωσε δὲ παύσασ οὕτωσ τὴν νεωτεροποιίαν καὶ τὰσ πόλεισ ἑκατὸν ταλάντοισ. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 14 547:3)
  • καὶ Οὐάροσ αὐτὸσ ἐπεὶ παρὼν ὡσ τοὺσ αἰτίουσ τῆσ κινήσεωσ τιμωρίᾳ περιβαλὼν καὶ τοῦ πολλοῦ τῆσ στάσεωσ ἐπίσχεσιν ποιησάμενοσ πολλῆσ γενομένησ ἐπ’ Ἀντιοχείασ τὴν ἀναζυγὴν ἐποιεῖτο, τάγμα ἓν τῆσ στρατιᾶσ ἐν Ιἑροσολύμοισ λειπόμενοσ τὴν Ιοὐδαίων νεωτεροποιίαν ἐπιστομιοῦντασ. (Flavius Josephus, Antiquitates Judaicae, Book 17 301:2)

Synonyms

  1. innovation

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION