Ancient Greek-English Dictionary Language

φορτικός

First/Second declension Adjective; 자동번역 Transliteration:

Principal Part: φορτικός φορτική φορτικόν

Structure: φορτικ (Stem) + ος (Ending)

Etym.: fo/rtos

Sense

  1. of the nature of a burden, burdensome, wearisome
  2. coarse, vulgar, common, low, vulgar, ad captandum vulgus, out of vulgar arrogance, coarsely, vulgarly, like a clown

Examples

  • ἃ δέ γε Αἰσχίνησ περὶ αὐτοῦ γράφει συκοφαντῶν, ὥσπερ ἔφην, τοτὲ μὲν ὡσ πικροῖσ καὶ περιέργοισ ὀνόμασι χρωμένου, τοτὲ δ’ ὡσ ἀηδέσι καὶ φορτικοῖσ, ῥᾳδίασ ἔχει τὰσ ἀπολογίασ. (Dionysius of Halicarnassus, De Demosthene, chapter 551)
  • τὸ δὲ φάσκειν φορτικοῖσ καὶ ἀηδέσι τοῖσ ὀνόμασιν αὐτὸν κεχρῆσθαι πόθεν ἐπῆλθεν αὐτῷ , ὑπὲρ πάντα ἔγωγε τεθαύμακα. (Dionysius of Halicarnassus, De Demosthene, chapter 571)
  • οὕτω δὲ καὶ τοῖσ πολλοῖσ καὶ φορτικοῖσ ἐπιχειρήσομεν, εἴτε ταῖσ καθ’ ὡρ́αν μεταβολαῖσ τοῦ περιέχοντοσ εἴτε ταῖσ καρπῶν γενέσεσι καὶ σποραῖσ καὶ ἀρότοισ χαίρουσι τὰ περὶ τοὺσ θεοὺσ τούτουσ συνοικειοῦντεσ , καὶ λέγοντεσ θάπτεσθαι μὲν τὸν Ὄσιριν, ὅτε κρύπτεται τῇ γῇ σπειρόμενοσ; (Plutarch, De Iside et Osiride, section 651)
  • ἦν δὲ καὶ θεατρικὸσ καὶ πολὺσ ἐν τῷ γελοίωσ διαφορῆσαι, φορτικοῖσ ὀνόμασι κατὰ τῶν πραγμάτων χρώμενοσ. (Diogenes Laertius, Lives of Eminent Philosophers, D, Kef. z'. BIWN 7:4)

Related

Source: Henry George Liddell. Robert Scott. "A Greek-English Lexicon". revised and augmented throughout by. Sir Henry Stuart Jones.

Find this word at Perseus Greek Word Study Tool

SEARCH

MENU NAVIGATION