ἐντείνω
비축약 동사;
자동번역
로마알파벳 전사:
고전 발음: []
신약 발음: []
기본형:
ἐντείνω
ἐντενῶ
ἐντέτακα
형태분석:
ἐν
(접두사)
+
τείν
(어간)
+
ω
(인칭어미)
뜻
- 뻗다, 꿰다, 펴다, ~에 뻗다, 도달하다, 닿다
- 지키다, 막다, 두다
- 애쓰다, 끼치다, 켕기다, 행사하다, 잡아당기다, 뻗다, 발휘하다
- 노력하다, 힘쓰다, 수고하다
- ~에 접촉해 있다, 늘어뜨리다, 안으로 던지다
- to stretch or strain tight, is hung on tight-stretched straps, a, with the mooring-cables made taught, being braced up
- to stretch, tight, string, to string one's, ready strung
- to keep, taught
- to tie tight
- to strain, exert, pitching, high, on the stretch, eager
- to carry on vigorously
- to exert oneself, be vehement
- to stretch out at or against, on
- to put into verse
활용 정보
위에 제시된 변화형은 규칙에 따라 생성된 것이며 일부 형태는 실제 사용여부가 입증되지 않았으니, 참고용으로만 사용하시길 바랍니다.
현재 일부 변화형의 강세가 잘못 표기되는 오류가 있어 수정 중에 있으니 유의하시길 바랍니다.
- οἱ γὰρ ἀπὸ τῆσ Στοᾶσ καὶ τοῦ Περιπάτου μάλιστα πρὸσ τοὐναντίον ἐντείνονται τῷ λόγῳ, τῆσ δικαιοσύνησ ἑτέραν γένεσιν οὐκ ἐχούσησ, ἀλλὰ παντάπασιν ἀσυστάτου καὶ ἀνυπάρκτου γιγνομένησ, εἰ πᾶσι τοῖσ ζῴοισ λόγου μέτεστι γίγνεται γὰρ ἢ τὸ ἀδικεῖν ἀναγκαῖον ἡμῖν ἀφειδοῦσιν αὐτῶν, ἢ μὴ χρωμένων αὐτοῖσ τὸ ζῆν ἀδύνατον καὶ ἄπορον· (Plutarch, De sollertia animalium, chapter, section 63)
(플루타르코스, De sollertia animalium, chapter, section 63)
- τοῦ σώματοσ, οὕτωσ οἱ δυστυχίασ τινὰσ ἢ δυσγενείασ ὀνειδίζοντεσ εἰσ τὰ ἐκτὸσ ἐντείνονται κενῶσ καὶ ἀνοήτωσ, τῆσ ψυχῆσ δ’ οὐ θιγγάνουσιν οὐδὲ τῶν ἀληθῶσ ἐπανορθώσεωσ δεομένων καὶ δήξεωσ. (Plutarch, Quomodo adolescens poetas audire debeat, chapter, section 13 29:1)
(플루타르코스, Quomodo adolescens poetas audire debeat, chapter, section 13 29:1)
- Ὁκόταν ἀλγήματα προγένηται, μελαίνησ χολῆσ καὶ δριμέων Ῥευμάτων ἐπιῤῬύσιεσ γίγνονται‧ ἀλγέει δὲ τὰ ἐντὸσ δακνόμενοσ‧ δηχθεῖσαι δὲ καὶ λίην ξηραὶ γενόμεναι αἱ φλέβεσ ἐντείνονταί τε καὶ φλεγμαίνουσαι ἐπισπῶνται τὰ ἐπιῤῬέοντα‧ ὅθεν διαφθαρέντοσ τοῦ αἵματοσ, καὶ τῶν πνευμάτων οὐ δυναμένων ἐν αὐτῷ τὰσ κατὰ φύσιν ὁδοὺσ βαδίζειν, καταψύξιέσ τε γίγνονται ὑπὸ τῆσ στάσιοσ, καὶ σκοτώσιεσ, καὶ ἀφωνίη, καὶ καρηβαρίη, καὶ σπασμοὶ, ἢν ἤδη ἐπὶ τὴν καρδίην ἢ τὸ ἧπαρ ἢ ἐπὶ τὴν φλέβα ἔλθῃ‧ ἔνθεν ἐπίληπτοι γίγνονται ἢ παραπλῆγεσ, ἢν ἐσ τοὺσ περιέχοντασ τόπουσ ἐμπέσῃ τὰ Ῥεύματα, καὶ ὑπὸ τῶν πνευμάτων οὐ δυναμένων διεξιέναι καταξηρανθῇ. (Hippocrates, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 5.1)
(히포크라테스, Oeuvres Completes D'Hippocrate., , 5.1)
유의어
-
뻗다
-
to carry on vigorously
-
노력하다
-
~에 접촉해 있다
-
to put into verse
파생어
- ἀνατείνω (지지하다, 추켜세우다, 올리다)
- ἀποτείνω (뻗다, 내밀다, 도달하다)
- διατείνω (뻗다, 도달하다, 내밀다)
- ἐκτείνω (뻗다, 도달하다, 연장하다)
- ἐπανατείνω (내밀다, 뻗다, 견디다)
- ἐπεντείνω (to stretch tight upon, stretched upon, to press on amain)
- ἐπιτείνω (늘리다, 증가시키다, 조르다)
- κατατείνω (당기다, 그리다, 끌다)
- παρατείνω (괴롭히다, 고문하다, 견디다)
- παρεκτείνω (to stretch out in line)
- περιτείνω (to stretch all round or over)
- προσεπιτείνω (to stretch still further, to lay more stress upon, to torture or punish yet more)
- προτείνω (앞으로 뻗다, 앞으로 붙들다, 위험에 노출시키다)
- συντείνω (뻗다, 켕기다, 잡아당기다)
- τείνω (뻗다, 내밀다, 도달하다)
- ὑπερεκτείνω (to stretch beyond measure)
- ὑπερτείνω (뻗다, 넘겨 던지다, ~를 지나가다)